Αποστολέας Θέμα: Μαντινάδες  (Αναγνώστηκε 26883 φορές)

0 μέλη και 1 επισκέπτης διαβάζουν αυτό το θέμα.

kostas katsenos

  • Επισκέπτης
Μαντινάδες
« στις: Δεκέμβριος 31, 2005, 01:35 »
Αλληγορικές Μαντινάδες

Τη πέτρα λέμε νε σκληρή κι όμως δεν είναι αλήθεια,
είναι σκληρότερες καρδιές που κρύβονται στα στήθια.

Πάνω στα χέρια σου κρατείς την άνοιξη κερά μου,
μια ηλιαχτίδα άφησε να 'ρθει στη χειμωνιά μου.

Αντρούς χατίρι μη χαλάς γυναίκας να μην τάξεις,
γι' αυτό ποτέ σου μη ζητάς με θηλυκό ν' αγιάσεις.

Μαύρα θα πάψω να φορώ άπου όσοι με θωρούνε,
γιάϊντα και ποια 'ναι η αφορμή όλοι να με ρωτούνε

Ζάρα το μοιρολόι σου εδά δεν με τρομάζει,
έτσι κι αλλιώς η φορεσιά η μαύρη δεν αλλάζει.

?σπρη κολόνα του νερού και μαρμαρένια βρύση
και ποίος ζωγράφος θα βρεθεί να σε ζωγραφίσει

Ως το παπουτσάκι σου κι’ εκείνο έχει γνώση
και περιπατεί σιγά, σιγά τη κάλτσα μη λερώσει

?ναψε το λυχνάρι σου και βαλε του και λάδι
και άφησε την πόρτα ανοιχτή και γω’ θα ρθω το βράδυ

?νοιξε το παράθυρο και δως μου ένα σπίρτο
ν’ ανάψω το τσιγάρο μου γιατί φωτιά δεν βρίσκω

Έκανε απόπειρα η χαρά να 'ρθει για να με σώσει,
μα 'χουνε φράχτη οι καημοί και πως θα μου σιμώσει

Σ' όλο τον κόσμο ξαστεριά σ' όλο τα κόσμο λιάζει
μόνο ο δικός μου ουρανός γρινιά και νεφαλιάζει.

Ξυπνά και χάραξε η αυγή και βγήκανε οι πήχες
και συ’ σαι που τους έκαψες των αλλωνώ τις τύχες

Βάστα καρδιά μου μαχαιριές και στήθος μου μολύβια
ίσως και να κερδίσουμε αυτά τα μαύρα φρύδια

Ξανακοιμήσου κρίνε μου μα η αυγή σιμώνει,
μη λείπεις απ' το όνειρο και την αφήσεις μόνη

Τα δειλινά 'χουνε καημό κι η μοναξιά πληγώνει,
παρηγοριά τα όνειρα γι' αυτούς που μένουν μόνοι.

Στη βρύση ομπρός ψυχομαχώ και το νερό δε φτάνω,
να πιάσω με τα χέρια μου το στόμα μου να γράνω

Παίξε μια σκαπετιά στη γη να δεις ανθρώπου χάλι,
να δεις ήντα 'πογίνονται τα πλούτη και τα κάλλη.

Ολα μου τα όνειρα τα κρέμασα σε γυναικία τρίχα,
και 'σπασε η τρίχα και 'χασα στον κόσμο ότι κι αν είχα.

Μα του νερού σου το νερό οποίος το ποιεί μαργώνει
και όποιος περνάει μια φορά αγάπη θεμελιώνει

Μοδίστρα τη βελόνα σου να τη μαλαματώσεις
γιατί δεν άφησες καρδιές που να μην τις λαβώσεις

Στης λύρας τα πατήματα στις χορδές του λαούτου
ξελησμονώ τα βάσανα του ψεύτη κόσμου ετούτου

Εκλεισε η πόρτα τσι καρδιάς Μα εγώ για ένα χατήρι
Να βάλω θέλω μια ξανθιά Να'ανοίξει παραθύρι

Μη λυπηθείς τη ζάχαρη αφού γλυκό τον πίνω,
καφές σαν πικραμύγδαλο στην πάντα τον αφήνω

Κατσά-κατσά η σκέψη μου ξανοίγει ν'αποδράσει
μα γω 'μαθα τα χούγια τζη και δε θα τση περάσει

Κουφοβροντά ο ουρανός εντάκαρε και βρέχει
μα το'πιε η γης γιατί διψά κι ο ποταμός δεν τρέχει

Μπορεί να είμαι σίγουρος μα στοίχημα δε βάνω
εδώ κρατώ στα χέρια μου το πράμα και το χάνω

Τράπεζες δεν εκάμανε σε τούτουσες τσι τόπους
να καταθέσω τσι καϋμούς να ζω από τσι τόκους

Oσο διαβαίνουν οι καιροί κι όσο περνούν οι χρόνοι
παλιώνει ο λύχνος μα ποτές το φως του δεν παλιώνει.

Να κάτεχα από πού περνά ο χρόνος και διαβαίνει
για να τον ετραυμάτιζα σιγά σιγά να πιαίνει.

Κοίτα μπροστά σου τη ζωή Που σου χαμογελάει
Σ'ένα ταξίδι μακρινό Που θέλει να σε πάει

kostas katsenos

  • Επισκέπτης
Απ: Μαντινάδες
« Απάντηση #1 στις: Δεκέμβριος 31, 2005, 01:36 »
Μαντινάδες για την Αγάπη
?γγελοι σε βαφτίσανε και η Πανάγια νονά σου
για τούτο σου το βγάλανε, Μαρία τ’ όνομα σου

Είσαι νερό στη δίψα μου στην παγωνιά μου ζέστη
στη μεγαλοβδομάδα μου είσαι Χριστός Ανέστη!

Ο κόσμος είναι του Θεού και ο Θεός του κόσμου
μα συ ξανθομαλλούσα μου είσαι Θεός δικός μου

Σε αγαπώ ως δεν μπορεί άλλος να σ’ αγαπήσει
ως Δε μπορεί η μανά σου να σε ξαναγεννήσει

Μέσα στα βάθη της καρδιάς και σ’ ένα φυλλαράκι
την έχω την αγάπη σου χρυσό χαμαϊλάκι

Ως σ’αγαπώ να σε χαρώ ως θέλω να μου ζήσεις
κι ως σ’ έχω μέσα στην καρδιά να μου πολυχρονίσεις

Αγάπα με να σ’αγαπώ θέλε με ως σε θέλω
για να μην έρθει ο καιρός να θες και να μη θέλω

Όψιμη είναι η αγάπη μας μα’ ναι πολύ μεγάλη
και δεν ανεμαζώνεται ο νους μας στο κεφάλι

Μη μ’ αρνηθείς αγάπη μου γιατί πολύ αγαπώσε
κι’ όταν μακριά μου βρίσκεσαι κλαίω αναζητώσε

?νοιξε το παράθυρο το κρουσταλλένιο τζάμι
αγάπης λόγια να σου πω έπειτα κλειστό πάλι

Περνοδιαβαίνω τραγουδώ κοιμάται η κοπελιά μου
Θεέ μου και ξύπνησε την ν’ ακούσει τη λαλιά μου

Δεν τα γροικάς τα ζάλα μου οντε περνώ κερά μου
γιατί τα καπαντίζουνε οι χτύποι της καρδιάς μου

Καντίλια μύργια του ουρανού φέξετε στην καλή μου
να βρει την στράτα για να’ ρθεί ν’ ανταμωθεί μαζί μου

Ν’ αγκαλιαστούμε να γενεί η αγάπη μας τραγούδι
ν’ αναγαλλιάσουν οι καρδιές τα’ αγάπης το λουλούδι

Φόβους, τρομάρες ανοιχτές, φουρτούνες κι’ αν σηκώσουν
δεν ημπορούν μια φιλιά ποτέ να ξεριζώσουν

Ένας φίλος μου έμαθα άπλωσε τα φτερά του
και σ’ έβαλένε κοπελιά μέσα στην αγκαλιά του

Μια μερακλίδικη καρδιά βρήκες να το κατέχεις
και πρέπει να τη σέβεσαι και να τηνε προσέχεις

Αν δεν αστράφτει δε βροντά κι’ αν δεν βροντά δεν βρέχει
αγάπη που Δε κακιωθεί, ανοστιμιά δεν έχει

H μανά σου αγάπη μου γιατί σε μαλώνει
και Δε θαρρεί τα κάλλη σου να σ’ απόκαμαρώνει

Όμορφο είναι τα’ όμορφο να χει κανείς κοντά του
κοπέλα είκοσι χρόνο μέσα στην αγκαλιά του

Ήθελα να’ χα δυο καρδιές και πάλι να’ χα κι’ άλλη
να σ’ αγαπώ και με τις τρεις και λίγο να‘ ναι πάλι

Για τσι καρδιές εζήτησα απ’ το Θεό μια χάρη
στο μπέτη κάθε μερακλή να βάνει ‘να ζευγάρι

Αντάρα πιάνει στην καρδιά μου και βρέχει στη ψυχή μου
κι’ οι ψυχαλίδες πέφτουνε και γραίνουν το κορμί μου

Σταμάτα ηλιοβασίλεμα χρώματα να διαλέξω
ένα στεφάνι λαμπερό τσ’ αγάπης μου να πλέξω

Ροδοπλασμένη κοπελιά αθέ του παραδείσου
ο θάνατος μου κι’ η ζωή είναι βουλή δική σου

Όποιος στον κόσμο γεννηθεί κι’ αγάπη να μην κάνει
μουσκάρι εγεννήθηκε και βόδι θα ποθάνει

Η ξενιτιά κι’ ορφανιά η πίκρα κι’ αγάπη
τα τέσσερα ζυγίστηκαν βαρύτερη η αγάπη

δώδεκα χήρες αγαπώ και πέντε παντρεμένες
και δεκαπέντε κοπελιές και δυο αρραβωνιασμένες

Ώσπου να ζω θα σ’ αγαπώ ακόμα κι’ αν πεθάνω
θα σε ζητήσω για σταυρό στο μνήμα μου επάνω

Αγάπη δίχως πείσματα δεν έχει νοστιμάδα
ωσάν την γυροποταμιά που λείπει η πρασινάδα

Καρδιά μου που’ σουν ελεύθερη ποιος στο’ Πε ν’ αγαπήσεις
που’ σουνα βασίλισσα σκλάβα να καταντήσεις

Όμορφο που 'ναι ν' αγαπάς και να 'ναι η κοπελιά σου,
απέναντι κι ατέλειωτα να 'ναι τα όνειρά σου.

Μες στην καρδιά μου έχτισα με τση καημούς μπεντένι
αγάπη απου ναι ψεύτικη να μη μπορεί να μπαίνει

Σαν τα λεφτά τσι κατοχής άπου δεν ειχ’ αξία
ετσα ‘ναι κι’ η αγάπη σου χωρίς καμιά ουσία

Κατές είντα 'ναι να αγαπάς και να σου λένε οι άλλοι,
δεν είσαι άντρας που 'φηκες το δάκρυ να προβάλει

Οσο κι αν σφίξεις τη καρδιά θα μείνει λίγο αίμα,
θα 'ναι κι αυτό διαθέσιμο αγάπη μου για 'σενα

Όμορφο που 'ναι ν' αγαπάς και να 'ναι η κοπελιά σου,
απέναντι κι ατέλειωτα να 'ναι τα όνειρά σου.

Δεν έπρεπε να σ'αγαπώ μα δεν κατέχω γιάντα
βρέξει χιονίσει η σκέψη μου είναι στη νια σου, πάντα

Ωσάν τα μάτια μου αγαπώ αυτούς που με μισούνε
σκέψου το πόσο αγαπώ αυτούς που μ'αγαπούνε

Το σ'αγαπώ τα χείλη σου ψέμματα μου το λένε
γιατί δεν τα'δα μια φορά τα μάτια σου να κλαίνε

Αν μ'αγαπάς κι ειν'όνειρο δε θέλω να ξυπνήσω
με τη γλυκάδα τ'όνειρου θέλω να ξεψυχήσω

Κατέχω το πως μ'αγαπάς μα δεν τ'αποφασίζεις
να μου το πεις το χαίρεται στο δρόμο απου βαδίζεις

Σαν καντιλίτσα μ'έδεσες τριγύρω απ'΄την καρδιά σου
λιμάνι απάνεμο έχω βρει μέσα στην αγκαλιά σου

Τη μέρα που σε γνώρισα ?λλαξε η ζωή μου
Κι αν μου'λεγες πως μ'αγαπάς Θα ησύχαζε η ψυχή μου

Μέσα στη μέση της καρδιάς ανοίγω και σε βάζω
και ύστερα κλείνω την καρδιά και το κλειδί το σπάζω

Ηθελα να γινόμουνα μες στην καρδιά σου αίμα
να μη μπορείς για μια στιγμή να ζεις χωρίς εμένα

Μόνο όταν είμαστε μαζί Οτι καϋμό και να'χω
Εχει η ζωή μου νόημα Και νιώθω πως υπάρχω

Μοιάζεις με τη γλυκιά αυγή Ωρα που ο ήλιος βγαίνει
Και γίνεται η αγάπη σου Δροσούλα και με βρέχει

Δεν είναι τέχνη τσι καρδιές να κάμεις να πονούνε
μονό 'ναι τέχνη τσι καρδιές να κάμεις ν' αγαπούνε

Oντε θωρρώ σε κοπελιά τα λογικά μου χάνω
και δεν επέρασε στιγμή να μην αναστενάζω

Αναγυρίζω το στενό Και πάω απ'άλλο τόπο
Να μη σε βάλω αγάπη Στις γλώσσες των ανθρώπω

Είσαι το μόνο μου όνειρο παράνομή μου αγάπη
θα σ'αγαπώ και το κορμί ας λιώνει μες στα πάθη.

Η αγάπη η παράνομη πάντα πιο δυνατή 'ναι
γιατί φυτρώνει τσι καρδιάς και πάντα ανόθευτη 'ναι.

Σαν ενωθούνε δυό καρδιές μ'αληθινή αγάπη
ας είναι και παράνομη αυτά δεν είναι λάθη

Παίξε μου χίλιες μαχαιριές μα πόνο δε θα νιώσω
τόσο πολύ που σ'αγαπώ δε θα το μετανιώσω

Γαπώ σε μα το σ'αγαπώ ίντα μπορεί να κάνει
που το παντέρμο ριζικό καθόλου δε συντράμει

Εχάρισά σου την καρδιά για πάντα να την έχεις
να είναι καρδιά ευαίσθητη και να την επροσέχεις

Πως μ'αγαπάς το διάβασα σ'ενός αρνιού τη σπάλα
μα εγώ για να βεβαιωθώ θα πάω να σφάξω κι άλλα

Αρχισε πάλι να χτυπά παράξενα η καρδιά μου
ανάθεμά σε για καρδιά κι έχασα την υγειά μου

Είσαι για μένα η χαρά το νόημα του κόσμου
ζωή δε θέλω ούτε λεπτό χωρίς εσένα φως μου

Είν'όμορφη κι ειμ'άσχημος μικρή κι εγώ μεγάλος
και δε φτάναν όλα αυτά είναι στη μέση κι άλλος

Η σκέψη μου είναι όπου κι αν πας κάθε λεπτό μαζί σου
κι η φαντασία φέρνει τη μπροστά μου τη μορφή σου

Οπου κι αν γράψω σ'αγαπώ με τον καιρό θα σβήσει
γι'αυτό το γράφω στην καρδιά κι ώσπου να ζω θα ζήσει

Μη τσι ρωτάς τσι μάγισσες που λένε παραμύθια
μόνο η καρδιά μου θα σου πει τσ'αγάπης την αλήθεια

Με της αγάπης τα φτερά τον ουρανό θα πιάσω
ταξίδι με τα σύννεφα θα'ρθω να σ'αγκαλιάσω

Οσ'αγαπώ δε σ'αγαπά Η μάνα που σε γέννα
Γιατί έχει κι άλλλα ν'αγαπά Μα εγώ έχω μόνο εσένα

Αγάπη μου εβρέθηκα μια μέρα μακρυά σου
Χωρίς να θέλω έγραψα στην άμμο τ'ονομά σου

Σαν αγαπιούνται δυό καρδιές πολλές χαρές θωρούνε
τσι πίκρες και τα βάσανα με θάρρος ξεπερνούνε

Σαν το μωρό που πολεμά και θέλει να μιλήσει
γυρεύω τρόπους να της πώ αν μ'έχει αγαπήσει

Μόνο εκείνος π'αγαπά μπορεί να το πιστέψει
πως της αγάπης ο καϋμός την σταματά την σκέψη

Αγάπη μου παράνομη πρώτη και τελευταία
στ'ορκίζομαι πως όσο ζω θα κάνουμε παρέα

Αγάπη μου παράνομη να μείνεις στην καρδιά μου
θα σ'αγαπώ όσο μπορώ πιο δυνατά καρδιά μου

Γι'αυτό παράνομες πολλές αγάπες κατοικούνε
σε μερακλίδικες καρδιές που ξέρουν κι αγαπούνε

Ζήσω, πεθάνω στη ζωή εσύ έχεις την ευθύνη
γιατί χαρά δεν μου ΄δωσες που κάθε αγάπη δίνει

Να κάψω θέλω το κορμί μα την καρδιά θ'αφήσω
γιατί 'σαι μέσα και μπορεί ζωή να σου στερήσω

Κι αν όλες οι άλλες έγνοιες μας στον άνεμο σκορπούνε
μόνο τσ'αγάπης οι καϋμοί για πάντοτες βαστούνε

Παίξε μου χίλιες πιστολιές Μα δε θα χαμπαρίσω
Κι αν είχα κι'άλλη μια ζωή Ηθελα στη χαρίσω

Οταν σε βλέπω η άνοιξη μες στην καρδιά μου μπαίνει
κι ας είναι γύρω τα βουνά κι οι κάμποι χιονισμένοι

Πρόβαλε στο μπαλκόνι σου και ρίξε τα μαλλιά σου
να κάμω σκάλα ν'ανεβώ να μπω στην αγκαλιά σου

Θε μου και κάμε να γενώ χώμα στη γειτονιά τζι
να δροσερεύγω και ν'ανθώ στο κάθε περασμά τζι.

Απόψε έχεις γενέθλια γιορτάζω κι εγώ χαρά μου
γιατί γιορτάζει η ψυχή που έχω στην καρδιά μου.

Μια αγάπη κάνει ο καθαείς που ξεπερνά τις άλλες
που δίδει βάσανα πολλά μα και χαρές μεγάλες

Εκατομμύρια φορές πηγαίνει και γιαγιέρνει
η σκέψη μου στην αγαπώ γι'αυτό 'ναι κουρασμένη.

Μακριά 'ναι η αγάπη μου μα η σκέψη ανάθεμά τη
την κάνει την απόσταση μια χαρακιά κομμάτι

Ηρθες κι απόψε να μου πεις πως μ'αγαπάς στ'αλήθεια
κρίμα που ήταν όνειρο κι έσβησε μες στη νύχτα

Πες μου τη λέξη σ'αγαπώ κι ας μην την επιστεύεις
και μη σ'αρέσει μια καρδιά άδικα να παιδεύεις

Παππού δεν είχα για μυαλό γιαγιά γι' αγάπης λόγια,
τον πλούτο έψαχνα εδώ στης γης τα καταγώγια.

Η πρώτη μου αγαπητικιά,από το μυαλό δε φεύγει
γιατί ναι οι αναμνήσεις τση βρύση που δε στερεύγει

Είναι καιρός που σ'αγαπώ και άνθρωπος δεν το ξέρει
πω μ'έχει κάνει μισερό τσ'αγάπης το μαχαίρι

Μες την καρδιά μου σ'έβαλα και δε σε ξαναβγάνω
γιατί εσύ σαι η καλύτερη αγαπιτικιά που κάνω

Τσ'αγάπης την αμφιβολή μην φέρνετε μπροστά μου
γιατί ξανοίγω πως και πως να γιατρέψω την καρδιά μου

Αγάπη μου παντοτινή έλα ξανά κοντά μου
άραγες δε μετάνιωσες που έφυγες μακριά μου;

Σ'αγάπησα και δεν πονώ όσο κι αν με πληγώσεις
μόνο πονώ που δε θα ζω όταν θα μετανιώσεις

Αγάπη μου παράνομη γιατί να σε αγαπήσω
μα να σε πάρω δε μπορώ μα ούτε και να σ'αφήσω

Αγάπη μου παράνομη πρώτη και τελευταία
στ'ορκίζομαι ώστε να ζω θα κάνομε παρέα.

kostas katsenos

  • Επισκέπτης
Απ: Μαντινάδες
« Απάντηση #2 στις: Δεκέμβριος 31, 2005, 01:37 »
Μαντινάδες για το Δάκρυ

Πόσες καρδιές κρυφά πονούν και μέρα νύχτα κλαίνε
πόσες πεθαίνουν με καημό ανθρώπου δεν το λένε

Νύχτα σκοτάδι περπατώ το ζάλο σου γνωρίζω
και σκύβω να το καλοϊδώ και δάκρυα το γεμίζω

Τύχη γιατί με δίκασες τι έκανα και φταίω
άραγε θα γελάσω πια ή πάντα μου θα κλαίω

Αν άφηνα το δάκρυ μου χάμω στη γη να τρέξει,
δεν 'θελα χρειάζουντονε ποτές να ξανά βρέξει.

Έκλαιγα μα δεν κλαίω πια έμαθα και δεν κλαίω
τον πόνο που χω στην καρδιά ανθρώπου δεν τον λέω

Λογιάζω να σ’ απαρνηθώ, τα μάθια μου, να λένε
πως δεν θα ξαναρνέψουνε, όσο να ζω θα κλαίνε

Δεν έχω άλλα δάκρυα Μικρή μου να σε κλάψω
Τάφο θα κάνω τη ζωή Τον πόνο μου να θάψω

Παλμός καρδιάς που δεν πονά μάτι που Δε δακρύζει
είναι ζωή χωρίς ψυχή ήλιος που Δε φωτίζει

Δε θέλω εγώ να μ’ αγαπάς μόνο να με λυπάσαι
τα δάκρυα που χύνω εγώ για σένα να θυμάσαι

Δεν έκλαψα πως έφυγες ούτε και Δε με νοιάζει,
μόνο λυπούμε πιο τροζό θα βρεις να σ' αγκαλιάσει.

Δεν έκλαψα πως έφυγες ούτε και Δε με νοιάζει,
μόνο λυπούμε πιο τροζό θα βρεις να σ' αγκαλιάσει.

Γιάιντα σε φυλακίσανε στο πρώτο πέταγμα σου
και 'δα πουλί μου αμέτριτα είναι τα δάκρια σου

Σα ειδώ πουλί μες το κλουβί μα οτι πουλί
κι αν ένε δεν ξέρω είντα παθαίνουνε τα μαθια μου και κλαίνε

Απάνω στο στερέωμα του ουρανού που λένε,
περιπλανιούνται καθ' αργά τα μάτια μου και κλαινε.

Φεύγεις και σφίγγω την καρδιά το δάκρυ μη προβάλλει
για να το βγάλω στη χαρά όταν γυρίσεις πάλι

Το δάκρυ τρέχει τσι στιγμές που άλλοι δε θωρούνε
γιατί οι πληγιές που μου άνοιξες ακόμα αιμοραγούνε

Ηθελα να'μαι δάκρυ σου όταν θα κλαίς να βγαίνω
στο όμορφό σου πρόσωπο περίπατο να βγαίνω

Τα δάκρυα μου στάξανε στον τάφο σου επάνω
και καίγεταί μου η καρδιά και θέλω να πεθάνω.

Πέστε της πως ψυχομαχώ να δείτε αν θα δακρύσει
μα θα ΄ναι δάκρυα της χαράς για να σας συγκινήσει.

Σα δάκρυ μες στα μάτια μου σ'εχω και σε φυλάσω
και κάθε μέρα βλέπομαι μην κλάψω και σε χάσω

Μην κλαις παραπονιάρικο Και μη στενοχωριέσαι
Ολο τον κόσμο ν'αγαπάς Και ας μην αγαπιέσαι

Βιόλα που σε μεγάλωσα με τω μαθιώ μου δάκρυα
εγώ επερίμενα αθούς κι εσύ πετάς αγκάθια

Εσφράγισα τα χείλη μου να μη μιλούν για σένα
όμως τα μάθια δε μπορώ γι'αυτό 'ναι δακρυσμένα

Των οματιών μου οι ποταμοί τρέχουνε και κυλούνε
αμύριστό μου γιασεμί μ'άλλονε σα σε δούνε

Τα δάκρυα στα μάτια μου σύντροφος έχουν γίνει
για δε μπορούνε το κορμί που'χει η καρδιά οδύνη

Δεν κλαίω πως χωρίσαμε ειν' κι άλλοι χωρισμένοι
μον' κλαίω την αγάπη μας που πήγε όλη χαμένη

Δεν κλαίω πως χωρίσαμε ειν' κι άλλοι χωρισμένοι
μον' κλαίω την αγάπη μας που πήγε όλη χαμένη

Δεν κλαίω που χωρίσαμε ούτε στενοχωρούμαι
αλλά θρηνώ για τον καιρό που'χασα και λυπούμαι

Φεύγεις και σφίγγω την καρδιά δάκρυ σταλιά μη βγάλει
μα το φυλώ για τη στιγμή που θα γυρίσεις πάλι

Πίκρες καημούς και δάκρυα βάσανα μου'χεις δώσει
και όμως βουβή μένει η καρδιά μιαν άλλη μην προδώσει.

kostas katsenos

  • Επισκέπτης
Απ: Μαντινάδες
« Απάντηση #3 στις: Δεκέμβριος 31, 2005, 01:38 »
Διάφορες Μαντινάδες

Θεέ μου μεγαλοδύναμε, μεγάλο τα’ όνομα σου
φύλλο δεν πέφτει από το δέντρο χωρίς το θέλημα σου

Σαν ‘ρθεις στον Μυλοπόταμο θύμισε του Γρηγόρη
να ’ρθετε στην Ελεύθερνα, Χανιωτοπούλα κόρη

Να σας κεράσω ένα κρασί και δώμα να σας δώσω
και να το κουβεντιάσουμε για να σας στεφανώσω

?ρχισε χέρι μου δεξί πιάσε χαρτί και πένα
και του στρατού τα βάσανα περίγραψε ένα ένα

Αφού μου έκλεψες το νου πάρε με κιάς και μένα
για Δε με θέλει κουζουλό η μάνα που με γέννα

Μεσ στο χακί με ντύσανε σαν φύλλο πρασινίζω
και μεσ του κέβοπου τα βουνά περίπολο γυρίζω

Πότες θα έρθει ένας καιρός το στέμμα να ξηλώσω
όπλο, παλάσκες και γιυλό του σιτιστή να δώσω

Βαρέθηκα μανούλα μου επί παρά πόδας
και ζύγιση και στοίχιση χίλιες φορές την ώρα

Πες πως Δε θες αγάπες μπλιό, μήδε φιλίες δεν κανείς
κι’ όμως αξίζει στη ζωή να παίζεις και να χάνεις

Μια παροιμιά λεν οι παλιοί κι’ είναι μελετημένη
ποχρειζόμενο παλιό δουλεία δεν απομένει

να γίνω ο τρηγητάρης τα μύρα της να πάρω
και σε τρανό βασίλειο αφέντρα να την κάνω

Είναι στον άνθρωπο γραφτό να ζει τις σύμφορες του
να χαίρεται στις λύπες του να κλαίει στις χαρές του

Είναι φορές που σκέφτομαι στης τύχης τα γραμμένα
γιατί αυτή κανόνισε για σένα και για μένα

Σιμώσετε οι χωριανοί κι’ όλο το δικολόει
να κάμομε του Γιώργη μου απόνα μοιρολόι

?λλαξε γνώμη κοπελιά και έλα με τα νερά μου
αν θες να ξεδιαλύνουνε για σε τα όνειρα μου

Σαν Δε με θέλεις να περνώ από την γειτονία σου
βάλε να με σκοτώσουνε για να χαρεί η καρδιά σου

Σαν είναι η τύχη σου καλή και να ναι και δουλεύτρα
εσύ θα κάνεις τα στραβά κι αυτή τα ντρέτα

Σώπασε μαύρε αζόγυρε και μαύρη ασκελετούρα
απού ναι το τραγούδι σου όλο ξερή μουρμούρα

Δεν το θυμάμαι στη ζωή άνθρωπο να’ χω βλάψει
θα μετανιώσει όμως πικρά οποίος θα με πειράξει

Δεν θέλω ανθρώπου το κακό μα και στο δίκιο απάνω
και με τον ίδιο τον Θεό αν χρειαστεί τα βάνω

Τα κρίματα μου του παπα δεν τα ξεφανερώνω
γιατί θα είναι πιο πολλά και τα μισά τα χώνω

Σαν είναι η τύχη σου καλή να στρώνεις να κοιμάσαι
γιατί τα όρη κι’ αν χαλάς άδικα τυραννιέσαι

Θυμάσαι πως μου λεγες σαν δεν με δεις πεθαίνεις
τώρα γυρίζεις και μου λες που με’ δες που Δε με ξέρεις

Δυο πόρτες έχει η ζωή και από τη μια μπαίνεις
και πριν να το καλοσκεφτείς από την άλλη βγαίνεις

Επείγουσα επιστολή θα λάβεις εις το χέρι
να μάθεις πως ψυχομαχεί το πιστικό σου ταίρι

Όπου υπάρχει ανατολή υπάρχει και η δύση
ότι αποχτήσει ο άνθρωπος φεύγοντας θα τ’ αφήσει

Ο κόσμος είναι ψεύτικος ψεύτικα τα θεμέλια
τη μια σου φέρνει κλάματα την άλλη φέρνει γέλια

Τη μοίρα μου βλαστήμηξα και κείνη μού το ‘πε εμένα
ότι παθαίνει το κορμί τάχει ο Θεός γραμμένα

Δεν είμαι από σίδερο κι ούτε μπορώ να γίνω,
άνθρωπος είμαι κι άνθρωπος ελπίζω ν' απομείνω.

Ο άντρας απού δε γλεντά δε πίνει δε χορεύει
Δε κάνει να κρατεί μόνο κοπελιά να νταντεύει

Εγώ θα πίνω θα γλεντώ και θα περνώ την ώρα
κι’ απου ‘χει σπίτια και λεφτά εδώ θα μείνουν όλα

Πως ήθελα να βρίσκεσαι πάντα στο πλευρό μου
και να σε ξέρω σίγουρα παντοτινά δικό μου

Όταν κοντά σου βρίσκομαι την τύχη μου δοξάζω
και όσο μακραίνω από σε κλαίω κι αναστενάζω

Οσο κι αν είμαι δυνατός Και τον σκληρό κι αν κάνω
Μπροστά σ'ένα μελαχρινό Τον έλεγχό μου χάνω

Ο κύρης σου είν'άφορμή Και οπλοφορώ κυρά μου
Και κοντοφτάνει η χαραυγή Που θα γενείς δικιά μου

Πρόβαλε στο παράθυρο Να δω το προσωπό σου
Να δροσερέψω να γενώ Σαν το βασιλικό σου

Γιάντα στεναχωρέθηκες και γιάντα απορίες έχεις
αφού ότι θελήσεις θα γενεί αυτό να το κατέχεις

Μικρή μου έχεις γενέθλια κι η μέρα είναι δική σου
για δώρο σου βάζω κούκλα μου λουλούδια στην ψυχή σου.

Χρυσάφι να σου στρώνουνε μικρή μου να κοιμάσαι
αν δεν επάρεις μερακλή δυστυχισμένη θα'σαι

Εγώ δεν είμαι πλούσιος Λεφτά δεν κουλαντρίζω
Ομως την ευτυχία σου Σου την εξασφαλίζω

Αυτή ζηλεύει στα λεφτά Μα εγώ λεφτά στερούμαι
Δεν το'λεγε απ'την αρχή Να μην αγαπηθούμε

Με τα λεφτά ένα μερακλή ποτέ δεν αγοράζεις
με μια δεκάρα κάλπικη χίλιους ρουφιάνους βγάζεις

Τούτη η ζωή 'ναι ψεύτικη σαν το κουφό καρύδι
κι όποιος την πάρει σοβαρά το χάνει το παιχνίδι

Ολος ο κόσμος στη ζωή προβλήματα παλεύει
καθένας το τσικάλι του κατέει ίντα μαγειρεύει

Διώξε απ'τη ζωούλα σου Ότι σε βασανίζει
Και κράτα ότι αγαπάς Και ότι σου αξίζει

Εφαγα πάλι το χωριό γι να'βρω την κερά μου
κι αυτή π'ανάλεμά τηνε ήτονε στην καρδιά μου

Να μη θαρρείς πως τα λεφτά φέρνουν την ευτυχία
τσι περισσότερες φορές φέρνουν τη δυστυχία

Το ξέρω πως δεν πρόκειται μαζί σου για να ζήσω
όμως δεν πρόκειται να πω γιάντα να σε γνωρίσω

Υπομονή να έχετε στον κόσμο αυτό που ζούμε
και όλα τα πλούτη και οι χαρές με τον καιρό θα'ρθούνε

Ο μεγαλύτερός μου εχθρός είναι το ξύπνημά μου
απού μισεύγει τ'όνειρο και χάνεσαι κερά μου

Ερχεται μες στον ύπνο μου μα εγώ τήνε ποβγάνω
κι εξεβαρέθηκά τηνε κουτέντα να τση κάνω

Αν νιώθεις ότι σήμερα Τα πάντα σε ζορίζουν
Κάτσε και βρες μεσ'την καρδιά Λουλούδια που ανθίζουν

Αν όλα μοιάζουν δύσκολα Κι έχει η χαρά σωπάσει
?πλωσε το χαμόγελο Το δάκρυ να σκεπάσει

Ποτέ σου μη περιφρονείς τα κάτω σκαλοπάτια
γιατί αυτά πρωτοπατείς και φτάνεις στα παλάτια

Κιανείς την ψεύτρα αυτή ζωή δε θέλει να τη χάσει
όσους καημούς και βάσανα και πίκρες αν περάσει

Γυναίκα εγωϊστρια είσαι και να προσέχεις
και μη θαρρείς την ομορφιά πως μια ζωή θα έχεις

kostas katsenos

  • Επισκέπτης
Απ: Μαντινάδες
« Απάντηση #4 στις: Δεκέμβριος 31, 2005, 01:38 »
Μαντινάδες για την Ελπίδα

Λίγες ελπίδες μου’ δόσες μα περιμένω κι’ άλλες
τι να το κάνω το νερό σαν είναι στάλες στάλες

Μικρού πουλιού στο ξέβορο, που δέρνει η καταιγίδα
μια ζει αγάπη που χάσε στον κόσμο κάθε ελπίδα

?χι και πούνε τ‘ άστρο μου το λαμπερό να φέξει
την πονεμένη μου καρδιά να τηνε θεραπεύσει

Γερόντων παίρνε βουλή κι αθρώπω περασμένο,
απού 'χουνε πολύ ψωμί κι αλάτσι φαωμένο.

Ελπίδα πάλι εφύτεψα και τη βαγιοκλαδίζω,
και για να πιάσει δάκρυα μονάχα τη ποτίζω.

Πάντα θα στέκω όρθιος ως κι αν με δέρνει η μοίρα
ή θα νικήσω ή θα χαθώ απόφαση το πήρα.

Τραυματισμένα όνειρα νεκρές ελπίδες πάλι,
κι ο δρόμος κακοδιάβατος ΑΧΙ και που θα βγάλει.

?τυχος εγεννήθηκα να ζω με την ελπίδα,
πως θα 'ρθει η μέρα τση χαράς που 'σάμε δα δεν είδα.

Σα το κεράκι τσι λαμπρής που σβήνει στον αέρα,
εχω ελπίδες και θωρώ να σβείνουν κάθε μέρα

Ωστε να ζεις εσύ κι εγώ ελπίδες πάντα θα'χω
για δε μ'αφήνει η αγάπη σου ένα λεπτό μονάχο

Καρδιές π'αγαπηθήκανε και χωριζέ τσ' η μοίρα
στον άλλο κόσμο καρτερούν να ξαναβρούν ελπίδα

Ενα ματσάκι γιασεμιά Στέκω και ξεφυλλίζω
Και τα ρωτώ αν μ'αγαπάς Ακόμα να ελπίζω

Και ξάφνου όλα χαθήκανε Δεν έμεινε ελπίδα
Και φταίχτης είμαι μόνο εγώ Αφού με λάθος μάτια σ'είδα

Στο τέρμα της υπομονής Υπάρχει μια ελπίδα
Για να ελπίζουν οι καρδιές Που'χουνε μαύρα φύλλα

Στο τέλος της υπομονής υπάρχει λίγη ελπίδα
για να ελπίζουν οι καρδιές πού 'χουνε βγάλει φύλλα.

Με την ελπίδα πως μπορεί να'ρθεις στα ονειρά μου
όταν κοιμάμαι ανοιχτή έχω την αγκαλιά μου

Πέρασε ο χρόνος κι άφησε στο πρόσωπο ρυτίδες
και δεν ευχαριστήθηκε και πήρε και τσ'ελπίδες

Με την ελπίδα πως μπορεί το αύριο ν'αλλάξει
βρίνει κιανείς τη δύναμη τσι πόνους να βαστάξει

Με την ελπίδα πως μπορεί στ'όνειρο να βρεθούμε
σε βγάνω απού τη σκέψη μου και θέτω και κοιμούμαι

Μη χάνεις την ελπίδα σου Είσαι μικρή ακόμη
Κοιτά μποστά σου είναι ανοικτοί Του έρωτα οι δρόμοι

Παραπονιάρικη καρδιά ποτέ χαράς δεν είδες
γιατί λατρεύεις έρωτες με ψεύτικες ελπίδες

Στη γλάστρα της υπομονής φύτεψα μιαν ελπίδα
και την ποτίζω δάκρυα μ'ακόμη φύλλα δεν είδα

Μάθια, καρδιά, ψυχή και φως, χαρά, ζωή κι ελπίδα,
θάρρος μου και παρηγοριά πολύ καιρό δε σ'είδα

Σύρε τον κρίκο κοπελιά Απ'τη χειροβομβίδα
Χίλια κομμάτια να γενώ Να σβήσει κάθε ελπίδα

Τύχη μου άκαρπο δεντρί και γιάντα σε ποτίζω
αφού να δέσεις τον καρπό ποτέ μου δεν ελπίζω

Eλα να δεις γιατί έφυγα φόβο κι ελπίδα είχα,
παράτησα το πέλαγο και πράμα εδώ δε βρήκα.

kostas katsenos

  • Επισκέπτης
Απ: Μαντινάδες
« Απάντηση #5 στις: Δεκέμβριος 31, 2005, 01:39 »
Μαντινάδες για τον Έρωτα

Ο έρωτας δεν είναι ανθός να μαραθεί να πέσει
μόνο’ ναι βατοί και κλαδιά αλίμονο που μπλέξει

Στα μάθια πιάνει ο έρωτας στα χείλη κατεβαίνει
κι’ έπειτα πάει στην καρδιά ριζώνει και δεν βγαίνει

Ερωτά τη σαΐτα σου να τη μαλώσεις
γιατί δεν αφήνεις καρδιά που να μην την επληγώσεις

Ερωτά κανείς τον καλό μα’ σαι καταραμένος
και δεν αφήνεις άνθρωπο να’ναι γαληνεμένος

Καρδιά που δεν αγάπησε ερωτά δεν αισθανθεί
είναι πηγή δίχως νερό περιβόλι δίχως άνθη

Ο ερωτάς είναι τρελός κι’ όπου βρεθεί χορεύει
κοπέλια κοπελιές ξεγελά και στο χορό τους σέρνει

Κι’ ο κατεχάρης χάνεται στου έρωτα τσι στράτες
απού’ ναι στην καλοβολιά μ’ ασπαλάθους γεμάτες

Ο έρωτας μέσα στην καρδιά έχτισε ‘να παλάτι
και περιμένω να’ ρθείς αγάπη μου να κάτσει

Ο ¨Ερωτάς μες την καρδιά κορώνα θα σε βάλει
να βασιλεύει αγάπη μου στα όμορφα σου κάλλη

Ο έρωτας θέλει απόφαση μα εσύ δεν έχεις τόλμη
είσαι μικρή και δε βαστάς ακόμη

Δε φταίει αυτός ο έρωτας που όλοι τόνε μισούνε
φταίνε τα μάτια κι οι καρδιές που τόνε προκαλούνε.

Κάθε μεγάλος έρωτας έρχεται και τελείωνει
ωσάν το χιόνι που'ρχεται ο ήλιος και το λιώνει

Η πρώτη αγαπητικιά στην καρδιά πολλά σημάδια αφήνει
γιατί ναι αρχή και ο έρωτας αμάλαγη τη βρίχνει

Μια ζυγαριά του ερωτά γυρεύω ν’ αγοράσω
να τον ζυγιάσω τακτικά μη φύγεις και σε χάσω

Έρωτα είσαι τρυφερός και έχεις τόση γλύκα
μας τυραννάς καθημερινά και προπαντός την νύχτα

Κάλλιο μια σφαίρα πιστολιού να ’ρθει να σε σκοτώσει
παρά του έρωτα καημός ποτέ να μην σε πληγώσει

Έρωτα τρισκατάρατε αδικητή και πλάνε
που με βαλες και αγάπησα για το καλό μου ιντάνε

Τα μαύρα δεν τα βάνουνε όποτε και όποιοι λάχει,
μονάχα εκείνοι που βαστούν του έρωτα αμάχη

Το βλέμμα σου μελαχροινή τον ήλιο σκοτεινιάζει
κια αν είχε ο έρωτας μορφή έπρεπε να σου μοιάζει.

Κλείσε τα μάτια και θα δεις Την απονιά του κόσμου
Μέσα σ'αυτή την απονιά Εγνώρισά σε φως μου

Στο σπίτι μου χαράματα γυρνώ και είσαι αιτία
κοντά σου όμως γίνεται γλυκιά η αμαρτία

Τα φανταξά φοβούμουνε οσό 'μουνε κοπέλι
μα τώρα που μεγάλωσα του έρωντα τα βέλη

Στον έρωτά σου κοπελιά τα πάντα θυσιάζω
κι αν ήμουν ήλιος να'χα φως για σένα ήθελα λιάζω

Μη με πληγώσεις έρωντα γιατί δεν έχω μάνα
και δίχως περιποίηση θα'ναι η ζωή μου δράμα

Καυγά'χα με τον έρωτα Μα φτιασαμέ τα πάλι
Γιατί μεσίτης, μιας ξανθιάς Εμπήκανε τα κάλλη

Το βλέμμα σου μελαχροινή τον ήλιο σκοτεινιάζει
κι αν είχε ο έρωτας μορφή έπρεπε να σου μοιάζει

Κι αντάρτης να γενεί κιανείς του έρωντα δε γλυτώνει
για δεν τόνε θωρεί ποτέ την ώρα που ξαμώνει

Ο έρωντας έχει πολλά ύπουλα μονοπάθια
φαίνουνται πεντακάθαρα μα'ναι γεμάτα αγκάθια

Ο έρωντας κι η λογική ποτέ δε συμφωνούνε
γιατί 'ναι άκρα αντίθετα και δεν μπορά να βρούνε

kostas katsenos

  • Επισκέπτης
Απ: Μαντινάδες
« Απάντηση #6 στις: Δεκέμβριος 31, 2005, 01:40 »
Έυθυμες Μαντινάδες

Έλα μικρή μου εις το στρατό και κι’ έμπα μες στη στρατώνα
κι’ εγώ θα πω του λοχαγού πως είσαι νοσοκόμα

Ελα να θέσουμε μαζί μα εγώ δε σε πειράζω
κι όταν θα ξεσκεπάζεσαι εγώ θα σε σκεπάζω.

Σου το 'χω πει χίλιες φορές ας τα ρηχά τα πιάτα
βάλε μου λάδι μπόλικο και ξύδι στη σαλάτα

Όλος ο κόσμος μάνα μου πάει στην εκκλησία
κι’ εγώ αλλάζω από σκοπιά σαν αγγαρεία

Παίρνω την καραβάνα μου και πάω να την πλύνω
βαράει προσκλητήριο κι’ απλυτη την αφήνω

Όταν με κάλεσε η πατρίς να την υπηρετήσω
ενόμιζα ο δυστυχής πως πάω να γλεντήσω

Πολλές φορές ο άνθρωπος βαριέται στην ζωή του
κι ’είναι αφορμή τα βάσανα που σέρνει το κορμί του

Δέκα ήταν τα σεντόνια σου τα καλοδιπλωμένα
μα μίσεψες κοπέλα μου και πήρες μόνο ένα

Όταν γεράσει ο άνθρωπος λίγο πολύ τα χάνει
προβλήματα έχει η ζωή όπως και να το κάνει

Ωφου χαρώ χαρίνω το κι ώφου χαρώ χαρώ το
από τη χέρα το κρατώ και πάλι αναζητώ το

Απου χει και κακοπερνά άδικο να του λάχει
ίντα τα θέλει τα λεφτά στην τράπεζα να τα’ χει

Μα σαν πλουτίσει ο άνθρωπος μοιάζει με το κοπέλι
πως σου φωνάζει πως πείνα του δίνεις και δεν θέλει

Σαν πλουτίσει ο άνθρωπος θαμπώνει το φως του
δεν λογιάζει το φτωχό κι’ αν είναι αδελφός

Αχι και πόσο παράξενη είναι οι δικοί μας τόποι,
θλιμμένα τα τραγούδια μας μα γελαστοί ανθρώποι.

Αντροϊνοχωρίστρακαι καυγαδογλοσού μου
εσύ’ σαι η αιτία κι’ αφορμή που’ χασα το νου μου

Όσοι έχουνε πολλά λεφτά και αν δεν τα σκορπάνε
θα έρθει η ώρα και η στιγμή άλλοι πως θα τα φάνε

kostas katsenos

  • Επισκέπτης
Απ: Μαντινάδες
« Απάντηση #7 στις: Δεκέμβριος 31, 2005, 01:40 »
Μαντινάδες για την Θάλασσα

Να’ τανε η θάλασσα γυαλί να τηνε περπατήσω
να σε’ βλεπα μανούλα μου και πίσω να γυρίσω

Και μες στη θάλασσα να μπω δε σβήνει η φωθιά μου
γιατί είναι εσωτερική και καίει τα σωθικά μου

Φουρτουνιασμένη θάλασσα είν' η ζωή μου εμένα,
σα βάρκα είμαι χωρίς πανιά και με κουπιά σπασμένα.

Ο ουρανός προσηλιακά πήρε κι’ ασπρογαλιάζει
μα σκοτεινή είναι η θάλασσα που τση καρδιάς ταιριάζει

Τσι θάλλασας τα κύματα πατώ και δε βουλούνε
σα θέλω γω να σ'αγαπώ κανένα δε φοβούμαι

kostas katsenos

  • Επισκέπτης
Απ: Μαντινάδες
« Απάντηση #8 στις: Δεκέμβριος 31, 2005, 01:41 »
Μαντινάδες για τον Θάνατο

Έμένα δεν μου μέλει πια παρά του τάφου η πλάκα
με γύρω, γύρω λεμονιές, στη μέση, μέση σφάκα

Όσοι πονούν και δεν μπορούν φάρμακο να βρούνε
στο τάφο τους θα βρουν γιατρό εκεί θα γιατρευτούνε

Πες μου βρε νύχτα να χαρείς το μαύρο σου σκοτάδι
των πονεμένων οι καρδιές αν γιάινουνε στον ?δη

Να είχε ο χάρος δυο παιδία να του πέρνα το ένα
να κάψω την καρδούλα του ως έκαψε κι εμένα

Αν αποθάνω μη με κλαις γιατί μια πεθαμένος
μόνο κλάψε με ζωντανό πού’ μαι βαθιά θλιμμένος

Ψυχομαχώ και ζητώ φάρμακο να μου δόσεις
γιατί εσύ με πλήγωσες και πρέπει να με σώσεις

Στην τελευταία μου στιγμή εσένα θα ζητήσω
να δεις με τι παράπονο τα μάθια μου θα κλείσω

Αν ποθάνω μη με κλαις τα δάκρυα ασκημίζουν
καρδιές που αγαπηθήκανε στον ?δη ξανασμίγουν

Ο χάρος κι’αν μας χώρισε κοντά σου θ’ απομείνω
μ’ ονειράτα και συλλόες θα’ ρχομαι να σε βρίχνω

Ο ουρανός σκοτείνιασε τα’ αστέρια τρεμοσβήνουν
και μένα το κορμάκι μου στο χάροντα το δίνουν

Σφραγίσετε τον τάφο μου για να μη βγει η φωνή μου
γιατί ακόμα θα ρωτά την πικρή ζωή μου

Αχ, χάρε μες στο σπίτι μου εμπήκες καβαλάρης
και ότι πολύτιμο είχα να μου το πάρεις

Χάρε σκληρέ χάρε τραχιέ χάρε καταραμένε
Σα σίφουνας στο σπίτι μου εμπήκες κ’ έκαψες με

Όσο να στέκουν τα βουνά να μη σε βλάψει ο χάρος
να περπατώ κι’ εγώ στη γη με το δικό σου θάρρος

Ποιμένας είναι ο Θεός κι’ ο άνθρωπος κοπάδι
κι’ ο ΄χάρος παίρνει από παντού απ’ όσους θα προλάβει

Ο χάρος τα κληρονομά τα πλούτη του ανθρώπου
κι’ αφήνει τον να χαίρεται μόνο δυο μέτρα τόπου

Στου τάφου μου το μαρμάρινο σκύψε να γονατίσεις
να χύσεις δάκρυα πικρά ίσως και μ’ αναστήσεις

Γλέντα καημένε άνθρωπε και κάποτε θυμήσου
πως κάποια μέρα θα δεχτεί ο τάφος το κορμί σου

Τώρα που ζω θα κουβαλώ του τάφου μου τσι πέτρες
να’ χω μαστόρους και υπουργούς μια δεκαριά γυναίκες

Θέλω το τάφο μου βαθύ ρίζα δεντρού μη φτάνει,
να μην το βρεί ο πόνος μου κι αυτό και το ξεράνει.

Θέλω το τάφο μου κρυγιό βαθιά μέσα στο χιόνι,
για να παγώνει το κορμί να παπουδιούνε οι πόνοι.

Θέλω τον τάφο μου ανοιχτό να 'ρχονται να θωρούνε
ίντα παθαίνουν οι καρδιές π' αληθινά αγαπούνε.

Θέλω τον τάφο σκοτεινό να ΄ναι χωρίς καντήλι
και να περνούν να με θωρούν μόνο οι δικοί μου φίλοι.

Χάρε φονιά εγκληματείς στο λέω κι ας 'ποθάνω
όταν θα πάρεις μερακλή στα νιάτα του επάνω.

Οι τελευταίες οι στιγμές δεν είναι σαν τις άλλες,
θέλεις δε θες τα δάκρυα βγαίνουνε στάλα-στάλα.

Αν έχει ο ?δης ομορφιές κι αγάπες για να κάνω
λόγω τιμής δε μ' ένοιαζε κι απόψε να 'ποθάνω.

Στο θάνατό μου σα βρεθείς δάκρυ σταλιά μη βγάλεις,
γέλα που το κατόρθωσες στον ?δη να με βάλεις.

Hθελα και να κάτεχα άνθρωπος σαν ποθάνει
θέτει και ξεκουράζεται ή το χαμάλι κάνει.

Για σένα απαρνήθηκα πατέρα, αδέλφια, μάνα
κι εδά που φεύγω απ'τη ζωή πνίγονται αυτοί στο κλάμα

Ω! κακομοίρα μάνα μου πως ήτανε γραφτό σου
γαμπρό, μας μες στο φέρετρο να τονε δεις το γιο σου.

Τρέξε σταμάτησέ τηνε, την νεκρική κασέλα,
σκύψε και φίλησε γλυκά το στόμα απου σου γέλα!

Δεν θα προλάβει η μάνα μου γάμο να δει δικό μου
το γάμο μου θα τονε δει μέσα στο φέρετρο μου.

Αν εποθάνω και φανεί μετά απο λίγη ώρα
αφήσετε τη να κλουθά κι αυτή τη νεκροφόρα.

Στο φέρετρο μου γράψετε απάνω το΄νομα της
και το δικό μου όνομα πάνω στα στέφανά της

Φαίνεται να περνά καλά άνθρωπος σαν ποθάνει
γιατί δε γύρισε κανείς παράπονα να κάνει

Στο θάνατό μου μη βρεθείς στο κλάμα μη σε βγάλει
γιατί για δεύτερη φορά θα με προδώσεις πάλι.

Σαν αποθάνω να μη 'ρθεις μη μάθουνε ποια είσαι
όλοι θα κλαινε αληθινά μα συ θα προσποιείσαι.

Νεκρό να με περάσετε από τη γειτονιά της
να βγει στην πόρτα και να δει τ' αποτελέσματά της.

Δε θέλω να με δει νεκρό στον τάφο μέσα εκείνη
γιατί αν είναι αλαφρό το χώμα θα βαρύνει.

Δε θα προλάβει η μάνα μου να δει γάμο δικό μου,
το γάμο μου θα τονε δει μέσα στο φέρετρό μου.

Θέλω στον τάφο μου κλαδιά και μια φωτογραφία
εκείνη που 'μαστε μαζί γιατί 'ναι η αιτία.

Στην πλάκα του μνημείου μου θα ζωγραφίσω εσένα
να σε θωρούν τα μάτια μου κι αν είναι και κλεισμένα.

Ένα πιστόλι απ' τα καλά στον τάφο θέλω να 'χω
σε κάθε μου μνημόσυνο να δείχνω πως υπάρχω.

Δε θέλω εγώ στον τάφο μου στεφάνια και λουλούδι
μόν' θέλω να χαράξετ απάνω δυο τραγούδια.

Δε θέλω νεκρολούλουδα πάνω στο φέρετρό μου
μονάχα την εικόνα της για να 'ναι σύντροφός μου.

Θέλω στον τάφο μου κλαδιά πουλάκια να περνούνε
να κάθονται επάνω του να με παρηγορούνε.

Απ' ώρα και χωρίσαμε ένα 'ναι τ' όνειρό μου
εγώ νεκρός κι αυτή κερί δίπλα στο φέρετρό μου.

Μακριά από τ' άλλα μνήματα να βάλουν το δικό μου
να μην ι-δουν άλλοι νεκροί τον αναστεναγμό μου.

Όταν θα δεις τη μάνα μου μ' ολόμαυρο μαντήλι
έλα κρυφά στον τάφο μου κι άναψε το καντήλι.

Όταν θα δεις τη μάνα μου μια μέρα μαυροφόρα
σκύψε και ρώτησέ τηνε που είμαι αυτήν την ώρα.

Σύρε κερά μου μια φωνή την ώρα που θα φεύγω
κι έλα να δεις στα μάτια μου το πόσο σε λατρεύω.

Σα 'ρθεις στο κοιμητήριο θα συναρμολογήσω
τα κόκαλα και θα σταθώ ορθός να σε φιλήσω.

Απάνω από τον τάφο μου θα κλαίνε τα ονειρά μου
για να μη βρίσκει ούτε κι εκεί αναπαημό η καρδιά μου

Στον κάτω κόσμο οι καρδιές μπορεί ν'αλλάζουν ταίρι
ίσως εκειά ο θάνατος κοντά να μας εφέρει

Στη πλάκα του μνημείου μου γράψτε το όνομα της
για να περνά και να θωρεί τα κατορθώματά της

Από ταβλι το φέρετρο φτηνό το θέλω να΄ναι
γιατί το σώμα που θα μπεί σκουλίκια θα το φάνε.

Και ποθαμένος θα πονώ κι ας νεκρωθεί το σώμα
χώμα και σκόρπια κόκκαλα θα σ' αγαπούν ακόμα

Ανε ποθάνω θά΄ρθουνε για μενα ούλοι οι φίλοι
μ' αυτη μην τη αφήκετε στεφάνι να μου στείλει

Αμα θα πάψει ο άνθρωπος αγάπες πια να κάνει
μπορεί να είναι άθαφος μα έχει πια πεθάνει

Οπως κι αν το ξανοίξομε δεν είν' καλά στον Αδη
γιατί κοιμάσαι καθ'αργά χωρίς αγάπη χάδι

Δε με φοβίζει ο θάνατος άλλα 'ναι τα σπουδαία
το ν'αγαπάς, να μη μπορείς να βγάλεις την ιδέα

Ηθελα και να κάτεχα τα χρόνια που περνούνε
ανέ ποθαίνουνε κι αυτά γη αν παν αλλού και ζούνε

Ούτε δεξά, ούτε ζερβά ούτε στη μέση κάνω
στην αγκαλιά σου ας βρεθώ μιαν ώρα κι ας ποθάνω.

Φεύγει η ζωή και χάνεται και δε γυρίζει φως μου
κι εσύ πως θα γενείς καταχτητής του κόσμου

Έχω κακό προαίσθημα γρήγορα θα ποθάνω
κι ας μου το λένε οι γιατροί τσι πόνους πως θα γιάνω

Από το σπίτι τση νεκρό όταν θα με περνάτε
παίζετε λύρες να θαρρεί ότι σε γάμο πάτε

Δε θελω να με δει νεκρό, όταν θα με περνάτε
αζωντανό και μερακλή θέλω να με θυμάται

Αζωντανό και μερακλή εμπήκα στη ζωή σου
θα'μαι νεκρός, όμως θα ζω για πάντα στην ψυχή σου.

Παίξετε χίλιες μπαλωθιές ,όντε θα με κηδένε
πως κατεβαίνει μερακλής εις τον ?δη να κατένε

Θάνατος η αγάπη σου και τάφος η αγαλιά σου
και έθαψες μέσα την καρδιά που'χα και εχάρισά σου

Ο τάφος είναι σκοτεινός και η φυλακή ετσά ναι
σ'ένα από τα δυο για χάρη σου κερά μου θα με πάνε

kostas katsenos

  • Επισκέπτης
Απ: Μαντινάδες
« Απάντηση #9 στις: Δεκέμβριος 31, 2005, 01:42 »
Μαντινάδες για την Κρήτη

Μαδάρες μου Χανιώτικες, Κορφή του Ψηλορείτη
Λασιθιώτικα Βουνα, γειά σου παντέρμη Κρήτη

Η μαντινάδα η Κρητικιά είναι σαν το σισάμι
απού πετάς ένα σπυρί κι αυτό εκατό σου βγαίνει

Όταν εστάθηκε Ντουνιάς είναι τσι Κρήτης Μύρα
με το τουφέκι συντροφιά μαζί και με τη λύρα

Πανέρμη Κρήτη μια στιγμή να μπόρου να προβάλω
στου σαρανταπάλου τα’ αρμί στου Διγενή το ζάλο

Κάστρο την είχα την καρδιά με την τοιχιά ζωσμένη
κι’ επάτησες τη πού’ λεγα μήδε πουλί Δε μπαίνει

Παίρνω τη λύρα κι’ έρχομαι και με το πεντοζάλι
θα λάμψει ο κόσμος γύρω μας απ’ ομορφιά και χάρη

Χάρισμα το ’χουν τα πούλια τ’ αέρα ω’ ακολουθούνε
μα σαν χορεύουν Κρητικοί δίχως φτερά πετούνε

Κατάμπλαβη είναι η θάλασσα κι’ άσπρος είναι ο Ψηλορείτης
κι’ απ’ όλους ομορφότεροι ειν’ οι χοροί τση Κρήτης

Σαν δεις γέρο Κρητικό, να σέρνει πεντοζάλι
θαρρείς πως είναι ο Διγενής και ζωντανεύει πάλι

Κρήτη τα Παλικαριά σου γιάντα τα ξορίζεις
η ξενιτιά τα χαίρεται και συ τα λαχταρίζεις

Κάστρο, Χανιά και Ρέθυμνο, Σητεία, Μεραμπέλλο
ίντα ψεγάδι θα σας βρω, να πω πως Δε σας θέλω

Χιλιάδες μάτια σε θωρούν πανώριε Ψηλορείτη
να την κρατείς περήφανη τη δοξασμένη Κρήτη

Κρήτη μου όμορφο νησί, όμορφο περιβόλι
αλήθεια σε ζηλεύουνε στην οικουμένη όλοι

Σαν αγριέψει ο Κρητικός και το μαχαίρι βγάλει
μια μαντινάδα να του πεις να ημερέψει πάλι

Κρήτη τα κάλλη σου πολλά και ξέρω πως ειν’ κι’ άλλα
χίλια λουλούδια κι’ ομορφιές στην Κρητικιά τη σκάλα

Αμα κατέει η κοπελιά όμορφες μαντινάδες
έχει λουλούδινη καρδιά μα έχει και μπελάδες.

Τα μάτια τσι ξένης ενόμιζα αξίζανε και σπίτι
Μα τα δικά μου αξίζανε γιατ' ήταν απ' την Κρήτη

Κρήτη πατρίδα μας γλυκιά χιλιοτραγουδισμένη
κάτεχε πως σε νοσταλγούν ούλοι οι ξενιτεμένοι

Ο Κρητικός στην ξενιτιά την Κρήτη ντασουντίζει
κι όταν γιαγείρει και τη δει από χαρά δακρύζει

Θε μου και να'ταν μπορετό να γιάερνα στην Κρήτη
να πήγαινα να θώρουνε το πατρικό μου σπίτι

Μαχαίρι Κρητικό βαστώ π'αστράφτει και γυαλίζει
στην ξενιτιά όντε βρίσκομαι την Κρήτη μου θυμίζει

Κρήτη σα βρίσκομαι μακρυά πάντοτε σε θυμούμαι
είσαι πατρίδα ζηλευτή γι'αυτό σε λαχταρούμε

Ηντα χαρά 'χε η ξενιτιά και πας φωλιά να χτίσεις
και δε λυπάσαι ερείπια πίσω σου αν θα αφήσεις

Ω! Καστρινό φεγγάρι μου που'σαι στον Κούλε επάνω
όταν τη δεις να τση το πεις πως δίχως τζη δεν κάνω.

kostas katsenos

  • Επισκέπτης
Απ: Μαντινάδες
« Απάντηση #10 στις: Δεκέμβριος 31, 2005, 01:43 »
Μαντινάδες για τα Μάτια :o

Έχεις δυο μάθια όμορφα δυο φρύδια φίνα, φίνα
που παρά λίγο δίνουνε της θάλασσας φουρτίνα

Τα μάθια σου με σφάζουνε να τα περιορίσεις
λόγο θα δώσεις στο Θεό σκέψου μη μ’ αδικήσεις

Τα μάθια σου μ’ αρέσουνε σαν είναι δακρυσμένα
και η καρδιά σου πονεί μα να πονεί για μένα

Μάθια δεν είναι τα μάθια σου μα είναι δυο μαγνήτες
και μ’ έκανες και παρατώ σαν τον τρελό τις νύχτες

Τα μάθια μου τα μακρινά δεν φτάνουν να σε δούνε
μόνο με τα γράμματα σ’ ακριβοχαιρετούνε

Όταν σε πρωτοείδανε τα μάθια τα δικά μου
ήταν το στήθος μου ανοικτό και μπήκες στην καρδιά μου

Τα μάτια σου τα ερωτικά σαν με γλυκοκοιτάζουν
σε άλλους κόσμους μαγικούς και σ’ ουρανούς με βάζουν

Που ειν’ η φλόγα η καυτή που ‘λαμπε στη ματιά σου
που είναι η αγάπη η τρανή π’ άνθιζε στην καρδιά σου

Σαν έρθει ο ύπνος να με βρει τα μάθια να κλείσω
έρχεσαι φως μου και μου λες να μην σε λησμονήσω

Αντάρτης γίνεται ο νους τα μάθια μου προδότες
και δικαστής ειν’ η καρδιά που σού’ κλείσε τσοι πόρτες

Θυμάμαι πόσο τρυφερά στα μάτια με κοιτούσες
στα πανηγύρια της ζωής για μένα τραγουδούσες

Κι’ όπως γλυκά με κοίταζες διάβασα στην ματιά σου
πως στα τραγούδια που’ λεγες μιλούσε η καρδιά σου

Αντάρτης γίνεται ο νους τα μάθια σου προδότες
και δικαστής ειν’ η καρδιά που σου’ κλείσε τις πόρτες

Ποιος είδε τέτοιο πόλεμο να πολεμούν τα μάτια
δίχως μαχαίρια και σπαθιά να γίνονται κομμάτια

Με τρίχα απ’ τα μαλακία σου τα μάτια μου θα ράψω
και όρκο σου κάνω στο Θεό άλλη να μην κοιτάξω

Όταν σε πρωτοείδανε τα μάθια τα δικά μου
το στήθος μου ήταν ανοιχτό κι’ εμπήκες στην καρδιά μου

Μα όποιος τα δει τα μάτια σου και να τα δει και μένα
την ίδια ώρα θα το πει μια μάνα μας εγέννα

Ωσαν τα κρίνα του αγρού που τη βροχή ποθούνε
έτσι ποθούν τα μάτια μου τα μάτια σου να δούνε

Πίνω κρασί, δε με μεθεί ρακί δε με ζαλίζει
ως με μεθούν τα μάθια τζι ώντε μ'ανατρανίζει

Μετρώ τις ώρες τις στιγμές για να βρεθώ κοντά σου
να δω τα όμορφα μάτια σου ν'ακούσω την καρδιά σου

Τα δάκρυα των ομαθιών με τση καρδιάς δεν μοιάζουν
των ομαθιών παρηγορούν μα τση καρδιάς σε σφάζουν

Χαρώ τα γω τα μάθια σου πως έχεις μαθημένα
κάνουμε πως θωρρούν αλλού αλλά θωρρούν εμένα

Τα μαύρα μάθια τ' αγαπώ γιατί γλυκοκοιτούνε
και δίνουνε παρηγοριά σε κείνους που πονούνε

Στα μάθια δε θαρρεύγομαι γιατί με ξεγελούνε
μόνο πιστεύγω τση καρδιάς τα φύλλα όντα πονούνε

Eχεις δυό μάθια γαλανά δυό φρύδια χρυσαφένια
μαλλιά ξανθά και όμορφα καρδιά μαλαματένια

Ο ήλιος βγαίνει το πρωί μα 'μένα ο δικός μου
βγαίνει μονάχα σα θωρώ τα δυό σου μάθια φως μου.

Αστέρια είναι τα μάτια σου Λουλούδια τα μαλλιά σου
Μα πιο πολύ αρέσει μου Ο ήλιος της καρδιάς σου

Η βιόλα μου 'ναι δροσερή αν βρέχει κι αν δεν βρέχει
γιατί το ρυάκι τω μαθιώ μέρα και νύχτα τρέχει

Eχεις δυό μάθια όμορφα απ' όντε τα κοιτάζω
καρδιοκτυπώ, τρέμω, πονώ και βαριαναστενάζω

Των αματιών σου η ομορφιά τον ήλιο σκοτεινιάζει
κι αν είχε ο έρωτας μορφή θα'πρεπε να σου μοιάζει

Τα μάθια σου είναι σα τσ'ελιές απάνω στο κλωνάρι
τα φρύδια σου είναι γυριστά σα δυό μερών φεγγάρι

Π'όπου περάσεις μάθια μου η φύση πρασινίζει
φεύγεις, κι ο κόσμος συννεφά κι αρχίζει να χιονίζει

Στο σκοτεινό σου πρόσωπο Στα μάτια τα βρεγμένα
Αυτά που κρύβεις μέσα σου Είναι ζωγραφισμένα

Σαράντα ήλιους ξεπερνά των αμαθιών σου η λάμψη
τσιγάρο από το βλέμμα σου μπορεί κανείς ν'ανάψει

Τα μάτια σου πρωτότυπα δεν τα'χω δει σε άλλη
ίσως να μη βρεθεί ποτέ καμιά να σε περνά στα κάλλη

Μα κι η καρδιά να σ'αρνηθεί τα μάτια σ'αγαπούνε
γιατί από τα κάλλη σου το φως παίρνουνε και θωρούνε

Αστράφτει κάθε σου ματιά όταν θα με κοιτάξει
και προκαλεί τον κεραυνό να πέσει να με κάψει

Αστράφτει κάθε σου ματιά μικρή μου κάθε τόσο
και βάζω αλεξικέραυνο το σώμα να γλιτώσω

kostas katsenos

  • Επισκέπτης
Απ: Μαντινάδες
« Απάντηση #11 στις: Δεκέμβριος 31, 2005, 01:43 »
Μαντινάδες για τα Νιάτα

?χι και γιάιντα τα περνώ τα νιάτα μου θλιμμένα
και γιάντα σβύσαν οι χαρές απ’ τη ζωή για μένα

Αγγελοκαμωμένη μου και ροδοζυμωμένη
μες’ την καρδιά σου η νιότη μου είναι περιπλεγμένη

Τον ‘Αη Γιώργη αγαπώ, γιατί έχει το όνομα σου
γιατί έχει τη νιότη σου και την παλικαριά σου

Τα νιάτα είναι μια φορά και να τα αξιοποιήσεις
όταν θα ρθουν τα γηρατειά να μην μετανοήσεις

Ας τραγουδήσω κι ας χαρώ ας παίξω κι ας γελάσω
τα νιάτα δεν πουλιούνται μπλιό να τα ξαναγοράσω

Κορίτσι μελαγχολικό Μες στον ανθό της νιότης
Τσ'αγάπης σου τα όνειρα Ποιος να'ναι ο προδότης

kostas katsenos

  • Επισκέπτης
Απ: Μαντινάδες
« Απάντηση #12 στις: Δεκέμβριος 31, 2005, 01:44 »
Μαντινάδες για τη Νύχτα


Η νύχτα με παρηγορεί το νου καταλαγιάζει
και αποκοιμίζει την καρδιά και δεν αναστενάζει

Την νύχτα βρήκα σύντροφο και φίλο μπιστικό μου
που μαρτυρώ τα πάθη μου κι’ ακούει τον καημό μου

Να 'βανα τσι πλεξούδες σου μια νύχτα μαξελάρι
κι ας είχε 'ρθει την ταχινή ο χάρος να με πάρει.

Eβγα στο παραθύρι σου Και κοίταξε τ'αστέρια
Γιατί αν κάποιον αγαπάς Μοιάζουν με περιστέρια

Τη νύχτα δες τον ουρανό Και διάλεξε ένα αστέρι,
Αυτό θά'ταν το δώρο μου Αμα σε είχα ταίρι

Κοίταξε τ'άστρα τ'ουρανού Πως λάμπουν, πως γελούνε
Είναι γιατί από ψηλά Καλύτερα σε θωρούνε

Αναρωτήθηκες ποτέ γιάντα τ'άστρα βγαίνουνε βράδυ;
Για να σε βλέπουν μάτια μου Που λάμπεις στο σκοτάδι

Στο σπίτι μου χαράματα γυρνώ και είσαι η αιτία
κοντά σου όμως γίνεται γλυκιά η αμαρτία

Η νύχτα ώρες άφθονες, μόνο και τρεις κοιμούμαι
τις άλλες είμαι ξυπνητός και σένα συλλογούμαι

Αστρα μη με μαλώνετε που τραγουδώ τη νύχτα
γιατί 'χα πόνο στην καρδιά και βγήκα και το είπα

Στ'άστρα θα πω τον πόνο μου απου δεν τον μαρτυρούνε
απου 'χουνε κι υπομονή με τσ'ώρες να γροικούνε

Ξέχνα τ'αστέρια τ'ουρανού, τον ήλιο, τη σελήνη
κι εκείνη που να κοιμηθείς τη νύντα δε σ'αφήνει

Τ'άστρο σου δε διαβάζεται μελαχρινό φιντάνι
γιατί 'ναι τόσονα ψηλά και μάτι δεν το φτάνει

Ξενύχτη με φωνάζουνε Γιατί γυρίζω βράδυ
Και τραγουδώ τον πόνο μου Τη νύχτα στο σκοτάδι

Το βράδυ που σε σκέφτομαι καθόλου δεν κοιμούμαι
και τσ'όμορφες μας τις στιγμές που ζήσαμε θυμούμαι

Αστρα που είστε στα ψηλά να πάτε να τη βρείτε
κι αν σας ρωτήσει το πως ζω μονάχος να της πείτε

kostas katsenos

  • Επισκέπτης
Απ: Μαντινάδες
« Απάντηση #13 στις: Δεκέμβριος 31, 2005, 01:45 »
Μαντινάδες για την Ομορφιά

Λάμπει ο ήλιος μάτια μου μα εσύ τονέ θαμπώνεις
και με την ομορφάδα σου τον άνθρωπο σκλαβώνεις

Ο ήλιος όταν πρωτοβγεί ντρέπεται να προβάλει
γιατί τονέ θαμπώνουνε τα δικά σου κάλλη

Τρέμω μη βρούνε οι μέλισσες το νέκταρ των χειλιών σου
γιατί θ’ ασαφήσουν τον ανθό να παίρνουν το δικό σου

Οντέ μιλείς κι’ οντέ λαλείς χρήσης αυγής αηδόνι
ρόδο ο κόσμος γίνεται κι’ ανθεί και ξεφουντώνει

Τση αστροφεγγιάς το θαύμασμα τα’ ανατολής τα ρόδα
τη δύσης το πανόραμα στο πρόσωπο σου τόδα

Ποτέ φεγγάρι κι αστραπή δεν λάμπει σαν εσένα
γιατί σου τα’ χει ο Θεός, τα κάλλη χαρισμένα

Μαζί με την Παναγιά να στέκεις ταίρι ταίρι
πιο να διαλέξει από τα δυο ούτε ο Θεός το ξέρει

Ξύπνα αγγελικό κορμί και μην πολυκοιμάσαι
γιατί ο ύπνος ο πολύς μαραίνει και χάλασε

Μυρίζουν τα μαλλάκια σου ?ρωμα παραδείσου
Κι εκεί με στέλνεις μάτια μου Σα βρίσκομαι μαζί σου

Σ'όλα τ'αστέρια τ'ουρανού έγραψα τ'ονομά σου
και τα διαβάζω όπου βρεθώ και βρίσκομαι κοντά σου.

Χάνει το νόημα η ζωή Την ομορφιά της η φύση
Αμα σκεφτώ ότι μπορεί Σ'άλλη αγκαλιά να ζήσει

Τα μάτια σου είναι θάλασσα κι όποιος θα ταξιδέψει
πρέπει να το καλοσκευτεί γιατί θα κινδυνέψει.

Βουνά επήρα το πρωϊ και τα λαγκάδια βράδυ
μα δε σε βρήκα πουθενά μελαχρινό ζαρκάδι

Τέσσερις ευαγγελιστές εσυννενοηθήκα
και πλάσαν το κορμάκι σου με του μελιού τη γλύκα

Απού τσι κρίνους του μαγιού επήρες την ασπράδα
κι από τα τριαντάφυλλα τη ροδοκοκκινάδα

Βρύση μου κουμπελίδικη νερό δροσερεμένο
τ'αγγελικό σου πρόσωπο το'χες ξεδιαλεγμένο

Μελαχροινή μου κοπελιά Στο δρόμο όντε σαλεύεις
Ολου του κόσμου τσι ματιές Απάνω σου μαζεύεις

Χρόνε που φθείρεις τσ'ομορφιές μη φθείρεις τη δική τζη
μέσα στον ψεύτικο ντουνιά στολίδι ειν'το κορμί τζη

Η ομορφιά σου προκαλεί την προσοχή του κόσμου
κι έχω το δίκιο που και που να σε ζηλεύω φως μου

Η Αφροδίτη πιο λαμπρό λένε πως είν 'αστέρι
φαίνεται πως δε σ'έχουν δει ξανθό μου περιστέρι

Να περιγράψει δε μπορεί κανείς την ομορφιά σου
και το ηλιοβασίλεμα είν'άσχημο μπροστά σου

Οταν περνάς μελαχροινό Γλυκά λαλούν τ'αηδόνια
Κι όλο χαρά τα γιασεμιά Πετούν ανθούς και κλώνια

Tου νου μου είσαι στόλισμα λουλούδι τσι καρδιάς μου
στα όνειρά μου αστροφεγγιά και γιορτική χαρά μου

Οταν σε έπλαθε ο Θεός μου φαίνεται μωρό μου
έβαλε ούλη την τέχνη του και πήρες το μυαλό μου

Τί μαντινάδα να σου πω ψιμυδευτή μου βιόλα
που'ναι τα κάλη σου πολλά και δεν τα βάνει όλα.

Η φύση δε σ'αδίκησε και βάστα τση χατίρι
στο χρόνο κράθειε την κακιά που εκείνος θα σε φθείρει.

Γιάντα το σφακολούλουδο στα χέρια σου σαν πέσει
βγάνει χυμό κι είναι γλυκύς κι όλου του κόσμου αρέσει;

Βιόλες ξερές να πέσουνε στα χέρια τα δικά σου
ανθίζουνε και παίρνουνε το χρώμα τσ'ομορφιάς σου

Η λάμψη του προσώπου σου τη σκοτεινιά μοιράζει
και βρίνει ο ήλιος περασά κι όπου περάσεις λιάζει

Η βιόλα μου εξάνθισε εις τσ'ύστερες του Μάη
κι αφού δεν είναι δίφορη πέτε μου εσείς πως πάει.

Ποτέ απροετοίμαστη μη βγαίνεις στο σεριάνι
εχτός κι αν είσαι σίγουρη θαρμός πως δε σε πιάνει

Θυμάσαι όντε σου το'λεγα τα λούδα περιττά 'ναι
γιατί τα μάθια, κοπελιά, κι οι γλώσσες θα σε φάνε

Εβαλε πάλι σήμερο το χρώμα που τση πάει
και παραπονεθήκανε τα λούλουδα του Μάη

Σ'ίντα μπαξέ μεγάλωσες βιόλα μου και μυρίζεις
και κρούβγεις με στσι μυρωδιές την ώρα που μ'αγγίζεις

Να 'μουνε χρόνος κοπελιά θα σου 'καμα τη χάρη
να μη φορτώσω απάνω σου τω γεραθιώ τα βάρη

Αγγελος του ουρανού σου τα'δωσε τα κάλλη
και δε σου τα'δωσε άνθρωπος να σου τα πάρει πάλι.

Δέκα άσχημες να πάρουνε τα όμορφά σου κάλλη
όλες θα γίνουν όμορφες κι όμορφη θα'σαι πάλι

Ηλιε του κόσμου βασιλιά στάσου καμάρωσέ την
κι όσο μπορείς πιο τρυφερά αχτινοχαϊδεψέ την.

Ηλιε του κόσμου βασιλιά και κοσμοαγαπημένε
αν τηνε βάλω δίπλα σου λυπούμαι σε καημένε

Βασιλικέ, να κάτεχες ποιά χέρια σε ποτίζουν
έπρεπε τα κλωνάρια σου στον ουρανό ν'αγγίζουν.

Ηλιε μου πες το μην ντραπείς κι εσύ πως τη θαυμάζεις
γιατί σε βλέπω οντέ τη δεις ανάλαφρα και λιάζεις

Οσαν τα γάργαρα νερά είναι η ομορφιά της
κι όποιος τη δει λιγώνεται για μια γλυκιά ματιά της

Αν ο θεός εκάτεχε τι πλάσμα έχει φτιάξει
τα ουράνια θα άφηνε για να'ρθει να σε ψάξει

Η θάλασσα, ο ουρανός τ' άστρα και το φεγγάρι
δε φτάνουνε την ομορφιά και τη δικιά σου χάρη

Η λάμψη του προσώπου σου φτάνει τα χίλια μίλια
στον ήλιο δίπλα να σταθείς θα σκάσει από τη ζήλεια

Στη γειτονιά που κάθεσαι Είναι όμορφες κοντά σου
Μα εσύ'σαι το χρυσό δενδρί Και οι άλλες τα κλαδιά σου

Ρόδον της πρώτης άνοιξης όποιος σε δει ανασταίνει,
κι όποιος σε κάνει ταίρι του ποτέ του δεν πεθαίνει.

Ολου του κόσμου τσ'ομορφιές να δώσουνε σε μένα
θα μου φανούνε αδιάφορες άμα δε βλέπω εσένα

Οψές ταχιά την πέτυχα κι επότιζε τσι βιόλες
κι ήταν αυτή πιο δροσερή και πιο όμορφη απ'όλες.

Οταν σε έπλαθε ο Θιός ήτονε στα καλά ντου
κι απείς σε ετελείωσε του πήρες τα μυαλά ντου.

Ως και το πικραμύγδαλο που εκ φύσεως πικραίνει
σαν είναι από τα χέρια σου ω Θε μου πως γλυκαίνει

Κόκκινα τριαντάφυλλα στα μάγουλα τζη ανθούνε
κι επήγα να τα μυριστώ μα τα κλαδιά τζιμπούνε.

Οπου κι αν πάω βιόλα μου κλουθά μου η μυρωδιά σου
αυτή μου πήρε το κορμί όσό 'τονε κοντά σου

Λιώνει το χιόνι στην κορφή μα λιώνει αγάλι-αγάλι
μα 'γω 'λιωσα μονημερίς για τα δικά σου κάλλη.

Εγώ δεν ήρθα στη ζωή γιατί το θέλαν άλλοι
μόνο 'ρθα φως μου να γενώ στα κάλλη σου χαλάλι.

Να'μουν αέρας να 'ριχνα στα μάθια τα μαλλιά σου
για δε μπορώ να τη θωρώ τη λάμψη τσ'ομορφιάς σου

Βιόλα πρωτοφανίστικη τα μάθια μου θωρούνε
ποιός θα τη δει και δε θα πει ω Θε μου, κι από που 'ναι

Η αρχοντιά δεν παίρνετε μήτε και δεν πουλιέται,
μόνο τη δίνει ο θεός τ΄ανθρώπου όντε γεννιέται.

Το νου τ'ανθρώπου παίρνουνε τα όμορφά σου κάλη
μα και καρδιά τόσο σκληρή στον κόσμο δεν ειν' άλλη

Οποιος τα ιδεί τα κάλλη σου ζηλεύει κι αγαπά τα
μα είναι με πέτρα ριζιμιά τα στήθια σου γεμάτα

Κρίμα στην ομορφάδα σου και θωρειά που έχεις
και μιαν αγάπη μπιστικιά να κάμεις δεν αντέχεις

Ο χρόνος φθείρει τσ'ομορφιές και μ'εφθειρε και μένα
γιατί συνέπεσε κι εγώ να'μαι τση φύσης γέννα

Έβγα να δεις στον ουρανό Ο ήλιος πως φωτίζει
Και στάσου να φθαριστηθείς Ότι η ζωή χαρίζει

Τα πάντα αναστατώνονται όντε θα βγει σεριάνι
ω, την παντέρμη ομορφιά συγκέντρωση την κάνει

Σ'έβγαλα από την καρδά μου,μα μετανιώνω πάλι,
αν σ'αρνηθώ δε βρίχνω αλλού σαν τα δικά σου κάλλη

kostas katsenos

  • Επισκέπτης
Απ: Μαντινάδες
« Απάντηση #14 στις: Δεκέμβριος 31, 2005, 02:39 »
Μαντινάδες για τo Παράπονο

Όλοι αναστενάζουνε μα όχι σαν εμένα
όταν αναστενάζω εγώ στάζει η καρδιά μου αίμα

καρδιά μου ποίος σε κλείδωσε και πήρε το κλειδί σου
και δεν ανοίγεις να μου πεις την παραπόνεση σου

παραπονούμαι του Θεού έχω το εγώ το δίκιο
γιατί έκαμε τα χείλη μου πικρά σαν ραδίκια

Μια ώρα να μη σ’ έβλεπα τον νου μου δεν τον είχα
και τώρα πως θα την περνώ τη μέρα και τη νύχτα

Ξύπνα να δεις το χάλι μου να λυπηθεί η καρδιά σου
να δεις πως με κατάντησε η αγάπη η δικιά σου

Αν κοιμάσαι ξύπνησε πάλι ξανακοιμήσου
μα όταν είσαι ξυπνητή έμενα συλλογίσου

Να πάψω Θέλω να περνώ από την γειτονία σου
γιατί έκλεισες τις πόρτες και τα παράθυρα σου

Μάνα μου όταν με γέννησες γιατί δεν μου δεν το είπες
πως ο κόσμος έχει βάσανα και περίσσες λύπες

Αναρωτιέμαι άπειρες φορές μες τη ζωή μου
γιατί με τόσα βάσανα δέρνεται το κορμί μου

Ένα ατέλειωτο γιατί παιδεύει τη ζωή μου
γιατί με βάσανα, πλάστηκε το κορμί μου

Από μικρή με βάσανα εμπήκα στη ζωή μου
κι’ εσφράγισαν τη μοίρα μου π’ ορίζει το κορμί μου

Πήρες το στυλό του σπαθιού και ξεθεμελιώσεις το
δίχως λυχνάρι δίχως φως έφυγες κι’ άφησες το

Στην φτώχεια και στην ορφανιά παιδία και μανά αφήνεις
και μες στον κόσμο τον κακό Σα λάφυρο μας δίνεις

Όσο κι αν είναι το κορμί με δύναμη γεμάτο
με τα φαρμάκια της ζωής γρήγορα πέφτει κάτω

Αν αποθάνω και ακουστεί φτερούγισμα κοντά σου
είναι η ψυχή μου και ποθεί να μπει στην αγκαλιά σου

Ώστε να στέκουν τα βουνά θα σου παραπονούμαι
γιατί ποτέ σου Δε ρωτάς που βρίσκομαι και που μια

Είναι στιγμές που δεν μπορώ στιγμές που δεν αντέχω,
κι είναι αιτία κι αφορμή που δίπλα μου δεν σ' έχω

Γιάντα η μοίρα με χτυπά γιάντα με στραπατσάρει,
αφού δεν έχω άλλες χαρές στον κόσμο να μου πάρει.

Διώχνω τον αναστεναγμό μα εκείνος 'πογυρίζει,
τη θέση που 'χω στην καρδιά βρίσκει άδεια και καθίζει.

Θεέ και γιάντα μου' δωκες να' χω τέτοια κατάρα
να'χω τον ήλιο στην καρδιά και στην ψυχή αντάρα

Ποτέ δε λέει ο δυστυχής ίντα τον βασανίζει
μόνο το ρίχνει στο ποτό τον πόνο να γλεντίζει

Αν θα ρωτήσεις δυστυχή ίντα 'χει κι όλο πίνει
δακρύζει μα απάντηση σε 'ανθρωπο δε δίνει

Επαψα να αισθάνομαι Την ομορφιά τσ'αγάπης
Οτι κι αν είχα τα'πηρε Κάποια στο περασμά της

Εγώ δεν είμαι πλούσιος μα δεν παρανούμαι
μόνο τα χρόνια τση ζωής που φεύγουνε λυπούμαι

Ιντα 'χω κάμει του Θεού κι όλο εγώ του φταίω
κι όντε μοιράζει τσι χαρές μ'αφήνει τελευταίο

Πες μου διαβάτη της νυχτιάς Πιο το παράπονό σου
Και πάντα μελαγχολικό Είναι το πρόσωπό σου

Ποτέ κακό δεν έκανα σε τούτηνε τη ζήση
όμως κανείς δε βρέθηκε να μου τ'αναγνωρίσει

Γιάντα σκληρά μου φέρνεσαι τί σου'χω καμωμένα
και ούτε που θέλεις μπλιό ν' ακούς φωνή από εμένα

Ανάθεμα σε για καρδιά κι όλο αφορμές γυρεύγεις
πάντα ζυγώνεις τ' άπιαστο κι άμα το φτάσεις φεύγεις

O κόσμος ζει με τσι χαρές μα γω δεν τσι γνωρίζω
μόνο ξυπνώ με βάσανα και με καϋμους γλεντίζω

Θέλω να ζήσω μόνος μου σ'ένα ερημονήσι
γιατί σ'αυτούς που πίστεψα με'χουνε αδικήσει

Κάνω καλό κι αντίς καλό βρίσκω αχαριστία
σιχάθηκά τη τη ζωή κι όλη την κοινωνία

Εμπιστοσύνη ο δυστυχής δεν έχει στους ανθρώπους
γι'αυτό το πίνει το ποτό πάντα σε άλλους τόπους

Μοίρα μου σ'ίντα σου'φταιξα και με καταδικάζεις
κι όλο καινούργιες συμφορές μες στη ζωή μου βάζεις

Εξεκινήσαν οι χαρές Μα'ναι στο δρόμο ακόμη
Κι ώσπου να'ρθούνε πιθανό Ν'αλλάξουνε και γνώμη

Κλέφτρα το σπίτι μου άδειασες όχι απ'ασήμι ή λίρες
μα την ψυχή μου άρπαξες και το μυαλό μου πήρες

Ανοιξη είχα στην καρδιά Και ήρθες σαν καταιγίδα
Πολλά έχουν δει τα μάτια μου Μα έτσ'απονιά δεν είδα

Στόχο σου βάνω το κορμί Μα όσο κι αν σημαδέψεις
Δε θα'βρεις τόπο απλήγωτο Την μαχαιριά να παίξεις

Σαν το πιστόλι εμπλοκή Παθαίνει το μυαλό μου
Οταν τη βλέπω και μιλεί Με τον αντίπαλό μου

Περνάς και δε με χαιρετάς Ως με χαιρέτας πάντα
Κακιά διαμάχη μου κρατάς Μα δε κατέχω γιάντα

Καρδιά που βγάνει αντίλαλο Στ'αναστενάγματά τζι
Θα την εκάψει την καρδιά Που θα βρεθεί κοντά τζι

Δίκη στα χέρια του Θεού Για σένα δε θ'αφήσω
Σ'αγάπησα και δε μπορώ Τόσο να σε μισήσω

Κάθε γλυκό ξημέρωμα Με όνειρα το στολίζω
Μα σβήνουν με το δειλινό Και γω ο φτωχός ελπίζω

Τσα μαζεμένους τσι καημούς Μη που τσι πέμπεις Θε μου
Σκέψου πως είμαι σπλάχνο σου Μεγαλοδύναμέ μου

Μόλις τελειώσει 'νας καημός χίλιοι καημοί γλακούνε
και καρτερούνε τη στιγμή μές στην καρδιά να μπούνε

Πάντα θλιμμένη χαραυγή Για μένα ξημερώνει
Γιατί την ώρα που ξυπνώ Κάθε χαρά τελειώνει

Πάντα με το παράπονο Τα χείλη μου ανοίγει
Γιατί ειν'η πίκρα μου πολλή Και η χαρά μου λίγη

Σφάλματα έκανα πολλά Μα ένα το πιο μεγάλο
Απού σ'έβαλα μες στη καρδιά Και δε μπορώ να σε βγάλω

Σφάλματα κάναμε κι οι δυο Μικρή μου και θωρρώ τα
Εγώ έκανα τα ύστερα Και συ έκανες τα πρώτα

Θέτω για να κοιμηθώ κι ο νους μου κοντά σε φέρνει
γλυκοχαράζει στα βουνά κι ο ύπνος δεν με παίρνει

Στα όνειρα βλέπω τσι χαρές που ξυπνητός στερούμαι
μα δε μπορώ και μια ζωή για σένα να κοιμούμαι.

Εφυγε πάλι ο λογισμός ώφου και δεν τον είδα
και πάει τόσονα μακριά με τέθοια καταιγίδα

Παρ'όλο που δεν έφυγα ποτέ απού το χωριό μου
όλο τον κόσμο εγύρεψε για σένα ο λογισμός μου

Την ώρα που αποδιαφωτά κι η φύση αλλάζει χρώμα
μ'εσένα καταγίνεται ο λογισμός μου ακόμα

Οντε μοιράζει ο Θιός χαρές εμέ παραμερεί με
κι όντε μοιράζει βάσανα με βρίνει όπου κι αν είμαι

Οντε μοιράζει ο Θιός χαρές είμαι από ξένους τόπους
κι όντε μοιράζει βάσανα με βρίνει από τσι πρώτους

Οντε μοιράζει ο Θιός χαρές εμένα δε μου δίνει
άρα δεν έχω άδικο που του'χω κακοσύνη

Πως ν'αναλέξω τσι καημούς απού 'ναι μπερδεμένοι
και να'χω και τη μοίρα μου αδιάκοπα να φέρνει

Είναι στιγμές που θες δε θες θα ν'έρχομαι στο νου σου
γιατί 'μουν αγαπητικός του πια καλού καιρού σου.

Τα πέταλα τσι καρδιάς μου άνοιξα την ψυχή μου όλοι να δούνε,
μ' αυτοί καρδιά δεν έχουνε, να νιώσουν δεν μπορούνε.

Θα τηνε κάψω την καρδιά άνε ξαναγαπήσει
άλλη αγάπης τον καημό δε θέλω να γνωρίσει

Σε μαύρο σπήλαιο σκοτεινό απού ποτές δε λιάζει
εκιά με καταδίκασε τσ'αγάπης το μαράζι

Μ'έκανες και σ'αγάπησα και τώρα μ'άπαρνιέσαι
εσύ δεν είσαι Χριστιανή, Θεό δε συλλογιέσαι

Μες στην καρδιά μου σ'έβαλα χωρίς να σε ρωτήξω
και τώρα είναι φανερό το τι θελα τραβήξω