Είναι βράδυ και το ζευγάρι μόλις έχει κάνει έρωτα και χαλαρώνει.
Η γυναίκα λέει στον άντρα της:
- Πεινάω, τι θα έλεγες για κανένα σουβλάκι?
- Και γω πειναω, λέει ο άντρας, θα πεταχτώ να πάρω από τον κυρ Μήτσο.
Μια και δυο, φοράει πρόχειρα κάποια ρούχα και ξεκινά για το σουβλατζίδικο.
Την ώρα που ετοιμαζόταν να μπει στο αμάξι του, σταματάει δίπλα του ένα αυτοκίνητο και βγαίνει από μέσα μια κουκλάρα - δίμετρη - ξανθιά - η φαντασίωση κάθε άντρα - κλπ και λεει:
Σας παρακαλώ, μήπως ξέρετε πως θα πάω στην οδό ΤΑΔΕ 15?
Κόκαλο ο τύπος της ψελίζει:
- Θα πάτε ίσια, δύο στενά μετα δεξιά και στο τρίτο αριστερά.
Η κούκλα:
- Αχ, δεν μπορώ να προσανατολιστώ εύκολα τη νύχτα, σας παρακαλώ μπορείτε να με πάτε, θα σας ημουν υποχρεη.
Αν και ο δρόμος δεν είχε καμιά σχέση με το σουβλατζίδικο, δέχτηκε (χωρίς πολλα-πολλα) να την εξυπηρετήσει.
Φτάνοντας στην οδό ΤΑΔΕ 15 του λέει η κούκλα:
- Ξέρετε, είναι μερικές μέρες που έχω μετακομίσει εδώ και δεν βρίσκω εύκολα το σπίτι τα βράδια. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για την εξυπηρέτηση, θα ήθελα να έρθετε πάνω να σας κεράσω κάτι, οπωσδηποτε.
- Οχι, ε εευχαριστώ, είναι αργά μια άλλη φορά ίσως, είπε ο τύπος.
- Οχι, επιμένω να έρθετε, είπε αυτή.
Με τα πολλά ανεβαίνουν επάνω, το σπίτι ήταν τεράστιο και όμορφο και η κοπέλα του προτείνει να βάλει κάτι να
πιεί μέχρι "να φορέσει κάτι πιο ανετο!!"
Ο τύπος δεν κατάλαβε πότε έβαλε το ποτό να πιεί, πότε είδε την τύπισσα να εμφανίζεται σας θεά, πότε βρέθηκαν στο κρεβάτι για τα ακατανόμαστα...
Κάποια στιγμή, μέσα από την γλυκια χαυνωση, άνοιξε το μάτι του και είδε από το παράθυρο να μπαίνει το πρώτο φως της ημέρας (τον είχε πάρει ο ύπνος). "ΩΧ, Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΟΥ", είπε και έφυγε τρέχοντας ψάχνοντας για μια ΚΑΛΗ δικαιολογία.
Στον δρόμο της επιστροφής, εκανε παρακαμψη και μπηκε σε ένα χαρτοπολείο και αγοράσε ένα τεμπεσίρι με το οποίο και έτριψε τα χέρια του. Φτανοντας στο σπιτι βρήκε την γυναίκα του να ωρύεται.
- Που ήσουνα βρε παλιοτόμαρο, που στο διάολο πήγες παλιοαλήτη, πες μου, που κοπροσκύλιαζες όλο το βράδυ και πηγα να τρελαθω!
- Που να στα λέω, δεν θα το πιστέψεις αγάπη μου. Την ώρα που έφυγα από εδώ και πριν μπω στο αμάξι, σταματά ένα αυτοκίνητο δίπλα μου και κατεβαίνει μία θεογκόμενα που με ρώτησε για κάποια οδό. Της είπα πως ακριβώς θα πάει μα δεν κατάλαβε και με παρακάλεσε να την συνοδεύσω μέχρι εκεί για να μην χαθεί.
- Και μετά, τι έγινε? ρώτησε η γυναίκα του, διατηρώντας κάποια αμφιβολία για τα λεγόμενα του άντρα της.
- Την συνόδευσα μέχρι το σπίτι της και μου ζήτησε να ανέβω επάνω για ένα ποτό για να με ευχαριστήσει.
Δέχτηκα και την ώρα που έπινα το ποτό μου αυτή πήγε να αλλάξει και γύρισε με ένα ημιδιάφανο ρούχο και μου την έπεσε, εγώ δεν μπορούσα να αντισταθώ και βρεθήκαμε στο κρεβάτι να κάνουμε έρωτα, μετά με πήρε ο ύπνος... Ετσι έγιναν τα πράγματα γλυκιά μου και γι' αυτό άργησα.
- Βρε αλήτη, είπε η γυναίκα του, θες να πιστέψω αυτές τις μαλακίες που μου λες? Για να δω τα χέρια σου!
- Ορίστε κάνει αυτός...
- Α ρε χαμενο κορμι, όλο ψέματα μου λές, πάλι για μπιλιάρδο είχες πάει...