O νεαρός γιάπης ταξιδεύει με πλοίο στην Καραϊβική, για πρώτη
φορά. Η εμπειρία ήταν μοναδική πανέμορφη. Σχεδίαζε και περίμενε αυτό
το ταξίδι για μήνες ολόκληρους. Όμως, δεν κράτησε πολύ. Ένας φοβερός
τυφώνας χτυπάει το πλοίο και η βύθιση δεν ήταν παρά θέμα λίγων λεπτών.
Βρέθηκε την επόμενη μέρα το πρωί -ούτε και αυτός δεν ήξερε
πώς- ξεβρασμένος στην ακτή ενός νησιού. Δεν υπήρχε τίποτα τριγύρω για
να δει. Ούτε άνθρωπος, ούτε προμήθειες, τίποτα. Κοίταξε τριγύρω του.
Υπήρχαν μερικές μπανανιές και κάτι κοκκοφοίνικες και αυτό ήταν όλο.
Ήταν απελπισμένος και εξαθλιωμένος αλλά αποφάσισε να εκμεταλλευτεί την
κατάσταση όσο πιο καλά γινόταν. Έτσι, για τους επόμενους τέσσερις
μήνες έτρωγε μπανάνες και έπινε γάλα καρύδας. Κυρίως, όμως,
παρατηρούσε την θάλασσα μήπως και φανεί κάποιο πλοίο που θα τον έσωζε
από την δυστυχία του.
Μια μέρα, καθώς ήταν ξαπλωμένος στην παραλία, ξύνοντας τα
γένια του και κοιτάζοντας για κανένα πλοίο, πρόσεξε με την άκρη του
ματιού του μια κίνηση. ?ραγε, θα μπορούσε να είναι αλήθεια; Ήταν
κάποιο καράβι; Όχι... από την καμπύλη του νησιού φάνηκε μια βάρκα με
κουπιά. Μέσα στην βάρκα υπήρχε η πιο όμορφη και εντυπωσιακή γυναίκα
που είχε δει ποτέ του. Η τουλάχιστον τους τελευταίους τέσσερις μήνες.
Ήταν ψηλή, μαυρισμένη από τον ήλιο, και τα ξανθά μαλλιά της φουσκωμένα
από το αεράκι της θάλασσας της έδιναν μια αιθέρια, σχεδόν θεϊκή
υπόσταση.
Εκείνη τον είδε καθώς ο τύπος άρχισε να χοροπηδά και να
φωνάζει για να τραβήξει την προσοχή της. Κωπηλάτησε προς το μέρος
του.
Μην μπορώντας να το πιστέψει, την ρώτησε:
- Από που ήρθες; Πώς έφτασες εδώ;
- Κωπηλάτησα από την άλλη πλευρά του νησιού. Έφτασα εδώ μετά
την βύθιση του πλοίου στο οποίο βρισκόμουν.
- Φοβερό. Δεν ήξερα ότι κάποιος άλλος είχε επίσης επιζήσει.
Πόσοι ακόμη είσαστε εκεί; Πού βρήκες την βάρκα; Πρέπει να ήσουν πολύ
τυχερή που η βάρκα ξεβράστηκε μαζί σου στην παραλία.
- Μόνο εγώ είμαι εκεί. Και η βάρκα δεν ξεβράστηκε από την
θάλασσα. Τίποτε άλλο δεν έφτασε εκεί μαζί μου.
- Μα... που βρήκες την βάρκα λοιπόν;
- Την έφτιαξα από πρώτες ύλες που υπάρχουν στο νησί. Τα
κουπιά σκαλίστηκαν σε κλαδιά από μαστιχόδενδρο. Έφτιαξα την κυρίως
βάρκα από κορμό κοκκοφοίνικα και τα πλευρά και η πρύμνη της βάρκας από
ξύλο ευκαλύπτου.
- Μα... μα... που βρήκες εργαλεία και κοπτικά; Πώς το έκανες
αυτό;
- Α, ήταν εύκολο. Στην νότια πλευρά του νησιού, υπάρχει ένα
ασυνήθιστο στρώμα πετρώματος, εκτεθειμένο στον ήλιο. Βρήκα ότι όταν
το θερμάνω σε μια συγκεκριμένη θερμοκρασία στο υπόγειο καμίνι που έχω
φτιάξει, το πέτρωμα λιώνει αφήνοντας πίσω του καθαρό και διαμορφώσιμο
σίδερο. Το χρησιμοποίησα αυτό για να φτιάξω κοπτικά, εργαλεία και
σκεύη. Αλλά αρκετά με αυτά... Πες μου.. εσύ που μένεις;
Τελικά, μετά από πίεση, ο άνδρας αναγκάστηκε να ομολογήσει ότι
κοιμόταν πάνω στην άμμο.
- Τέλος πάντων, είπε η γυναίκα, ας κωπηλατήσουμε μέχρι το δικό
μου σπίτι.
Έτσι, και οι δύο, μπήκαν στην βάρκα και έφυγαν για την άλλη
πλευρά του νησιού. Η γυναίκα κωπηλάτησε με ευκολία προς έναν κολπίσκο
όπου οδήγησε την βάρκα. Την έδεσε με ένα αριστοτεχνικά φτιαγμένο, στο
χέρι, σκοινί και περπάτησαν σε ένα μονοπάτι πλακοστρωμένο, όπου πίσω
από τον μεγάλο κορμό ενός κοκκοφοίνικα, ο άνδρας είδε ένα εκπληκτικό
σπιτάκι, φτιαγμένο από πέτρα και βαμμένο σε μπλε και άσπρο.
- Δεν είναι πολύ, αλλά το νιώθω σαν το σπίτι μου, είπε η
γυναίκα. Θέλεις να περάσεις μέσα, να σε κεράσω ένα ποτό;
- Όχι, σε παρακαλώ πολύ. Όχι... ?λλο ένα ποτήρι γάλα καρύδας
και θα ξεράσω. Το έχω σιχαθεί πια.
- Γάλα καρύδας; Για ποιο λόγο να πιει κανείς γάλα καρύδας; Έχω
φτιάξει ένα ποτό, δική μου συνταγή, από άγρια φραγκοστάφυλα, ξεραμένα
στον ήλιο και βρασμένα σε οινόπνευμα δαμάσκηνων και έχω προσθέσει και
χυμό ανανά και μπανάνας. Το ονομάζω Pina Collada, δεν έχει και πολύ
σχέση βέβαια, αλλά είναι πολύ ευχάριστο να το πίνεις παγωμένο από το
νερό της πηγής που υπάρχει λίγο πιο πέρα.
Η γυναίκα βάζει σε ένα ξύλινο κύπελλο που είχε σκαλίσει στο
κουφάρι μιας καρύδας και το προσφέρει στον άνδρα.
- Αλήθεια, είχες πάντα μούσι; τον ρωτάει.
- Όχι.. ποτέ, δεν είχα γενειάδα. Απλά, δεν είχα τρόπο να
ξυριστώ.
- Πήγαινε επάνω να κάνεις ένα μπάνιο. Θα βρεις και ξυράφι
εκεί να ξυριστείς.
Ο άνδρας ανέβηκε στο πατάρι του σπιτιού, όπου βρήκε ένα
απλοϊκό αλλά πολύ εξυπηρετικό σύστημα που είχε φτιάξει η γυναίκα για
να κάνει το μπάνιο της. Με μια σειρά σκοινιών, ενεργοποιούταν μια
μικρή χειροποίητη αντλία που έριχνε ζεστό νερό στο κορμί του από μια
δεξαμενή που βρισκόταν στην στέγη του σπιτιού.
Βγαίνοντας από το μπάνιο, βρήκε και ένα ξυράφι φτιαγμένο από
τροχισμένο κόκαλο, στερεωμένο σε ένα ζευγάρι κοχυλιών που χρησίμευαν
σαν λαβή και έφτιαχναν έτσι έναν απλό αλλά χρήσιμο μηχανισμό. Έκανε
το μπάνιο του, ξυρίστηκε και κατέβηκε πάλι.
- Μμμ, δείχνεις πολύ καλύτερα τώρα, του είπε η γυναίκα μόλις
τον είδε. Περίμενε εδώ, θα φορέσω κάτι πιο άνετο και θα γυρίσω
αμέσως.
Έτσι και έκανε. Ο άνδρας συνέχισε να πίνει το παγωμένο ποτό
του και σε λίγο η όμορφη γυναίκα γύρισε φορώντας ένα δικής της
εμπνεύσεως φόρεμα, από φύλλα, ραμμένα σε στρατηγικά σημεία στο όμορφο
κορμί της. Ανέδιδε ένα διακριτικό άρωμα γαρδένιας.
- Πες μου, του είπε. Είμαστε και οι δυο μας για αρκετό καιρό
σε αυτό το έρημο νησί, χωρίς συντροφιά. Ξέρεις τι εννοώ. Δεν ένιωσες
καθόλου μοναξιά; Υπάρχει κάτι που σου έλειψε πραγματικά; Κάτι που όλοι
οι άνδρες και όλες οι γυναίκες έχουν πραγματικά ανάγκη. Θα ήταν
πραγματικά απολαυστικό αν το είχαμε και αυτό εδώ, έτσι δεν είναι;
- Mα και βέβαια, απάντησε ο άνδρας καθώς πλησίασε την γυναίκα
του και της έριξε μια ματιά γεμάτη νόημα. Αλήθεια, μη μου πεις ότι
έχεις και σύνδεση με το Ίντερνετ!!!