Μαντινάδες για τoν Πόνο
Πια μάνα δεν καρδιοχτυπά και δεν πονεί η ψυχή της
σαν θυμηθεί την ξενιτιά που λείπει το παιδί της
Μη με παρεξηγήσετε πως τραγουδώ τη νύχτα
γιατί χω ένα πόνο στην καρδιά και βγήκα και τον είπα
Πως θα μου 'γιάνουν τη πληγή όλοι οι γιατροί μου λένε,
κι ύστερα γιάιντα τα θωρώ τα μάτια τους και κλαινε.
Όταν βαθιά πονεί η καρδιά το στόμα δεν ανοίγει
δρόμο γυρεύει η καρδιά μα στεναγμός την πνίγει
Καρκίνο έχω στην καρδιά και ανθρώπου δεν το λέω
βαστώ τον πόνο μου χωστώ κι’ αμοναχη μου κλαίω
Δεν μπορώ απάντηση να δώσω στη φωνή μου
γιατί μπερδεύεται ο νους στους πόνους της ψυχής μου
Αχ ουρανέ πως πονώ μέσα στα φυλλοκάρδια
γιατί η ζωή μου έμεινε έρμη παντέρμη κι’ άδεια
Μη σου περάσει από το νου πως έχω γίνει άλλος
γιατί ο πόνος γίνεται πάντοτε πιο μεγάλος
Την πλήγωσαν την πρόδωσαν της έσβησαν την λαύρα
τώρα την έχω ακλάδευτη να γίνει αγριάδα
Στου πόνου το ξαστέρωμα σαν πέσει δροσοστάλα
χίλια φαρμάκια κι’ αν θα πιεις θα λες ας ζήσω κι’ άλλα
Διακονιάρα ’μαι μα πλούσα μαι στον πόνο
κι’ όπου κι αν πάω μου κλουθούν βάσανα, πίκρες μόνο
Αν κλαίω και πονώ για σε δεν θέλω να σε νοιάζει
έχω καρδιά που αγαπά και θέλω να στενάζει
Αφήστε με να τραγουδώ κανένα δεν πειράζω,
έτσα ξεχνώ τον πόνο μου και δεν αναστενάζω.
Κλαίω και μες στα κλάματα φωνάζω τ' όνομά σου,
γιατί 'χω μέσα στη καρδιά βαθιά πληγή δικιά σου.
Εχάσανέ το από καιρό τα χείλη μου το γέλιο,
γιατί 'χει κάμει στην καρδιά ο στεναγμός θεμέλιο.
Γεύγομαι πόνους δε μιλώ δειπνώ καημούς δεν κλαίω
κάδρο βαστώ το αναστεναγμό μ’ ανθρώπου δεν το λέω
Από του κόσμου τσοι χαρές θρουλίδι δεν επήρα
μόνο καημούς και βάσανα μου μπελονιάζει η μοίρα
Τσοι πόνους που χει η καρδιά τα δάκρυα μόνο σβήνει
αλλά σημάδια αιώνια ο σκοτεινός αφήνει
Ρόδα και κρίνα του μπαξέ ούλα θα τα μαζώξω
καημούς και πόνους απ’ τη καρδιά να τσοι πετάξω όξω
Επήρες μου την χαρά και μ’ άφηκες τον πόνο
μες στ’ όνειρο μου να σε δω χαίρομαι μόνο, μόνο
Κλαινε κι οι δυνατές καρδιές μα ξέρουν και γελούνε,
τον πόνο κάνουνε χαρά και τόνε τραγουδούνε.
Μαύρο πουκάμισο φορώ και μια 'ναι η αφορμή μου,
δεν θέλω όταν αιμορραγεί να φαίνεται η πληγή μου.
Μαύρα θα βάψω να φορώ να δείχνω με τα ρούχα,
πως εχαθήκαν οι χαρές στον ψεύτη κόσμο απού 'χα.
Φυλακισμένο μου πουλί σπάσετο το κλουβί σου
και ελα τσι πόνους που βαστάς να μοιραστώ μαζί σου
Χαρές κι αν έχει η ζωη εγω δεν εχω πάρει,
πάντα με θέλει η μοίρα μου μαυροποκαμισάρη
Πονώ και κάνω πως γελώ κλαιω μα δεν το δείχνω,
τση μοίρας αποκλειστικά τσ' ευθύνες μόνο ρίχνω.
Μη κλαίς πουλί οντε πονείς και δε βρεθώ κοντά σου
πάντοτε με τη σκέψη μου να ανοίγεις τα φτερά σου
Ο δυστυχής ξύπνιος να δει ποτέ χαρά δεν κάνει,
η ψεύτικη που τ' όνειρο του δίνει τόνε φτάνει.
Στο κάθε χάραμα τσ' αυγής το όνειρο τελειώνει,
η μέρα γίνεται φονιάς ψυχρός και το σκοτώνει.
Δεν ξέρω τι θα πει χαρά κι όπου τη συναντήσω,
θα την περάσω για καημό και θα παραμερίσω.
Τούτη η ζωή 'ναι ψεύτικη κι όποιος τη νιώσει μόνο
γλεντά με κάθε του χαρά γλεντά και με τον πόνο
Το θέμα που μ'απασχολεί και κρυφομαραζώνω
είναι η πληγή τσ'αγάπης σου και κάθε μέρα λιώνω
Καλά περνάς μα δε ρωτάς και τσ'άλλους πως περνούνε
απού'χουν την αγάπη σου θεό και προσκυνούνε
Δεν ήξερα μα έμαθα στα βάσανα ν'αντέχω
και τσι καημούς παρηγοριά μες στη ζωή να έχω
Ολημερίς στη σκέψη μου Εσένα πάντα έχω
Και είναι η απουσία σου Πόνος που δεν αντέχω
Δεν την εδίνω την καρδιά σ'άλλη να με πληγώσει
στα χέρια σου μελαχροινή θέλω να τελειώσει
Ερχεται μες στον ύπνο μου Χωρίς να την καλέσω
Να γίνει αιτία το πρωί Που φεύγει να πονέσω
Μα εγώ εκαταδικάστηκα Για μιαν αγάπη μόνο
Να ζητιανεύω τη χαρά Και να πουλώ τον πόνο
Πονώ μα τίνος να το πω Να με παρηγορήσει
Παλιάς αγάπης την πληγή Εύκολα ποιος θα σβήσει
Δεν έχω άλλα δάκρυα Μικρή μου να σε κλάψω
Τάφο θα κάνω τη ζωή Τον πόνο μου να θάψω
Ξύπνα ν'ακούσεις κοπελιά Που τραγουδώ για σένα
Και κάνω λόγια τους καημούς Να σου τα πω ένα-ένα
Ενα παράξενο πουλί Που μαύρες νύχτες κλαίει
Είναι η καρδιά που πλήγωσες Και τον καημό τσι λέει
Σαν πληγωμένος αετός Απλώνω τα φτερά μου
Κόντρα να πάω τσι μοίρας μου Που δέρνει την καρδιά μου
Πολύ βαριά 'ναι η μοναξιά γι' αυτούς που αγαπούνε
στα φανερά δε φαίνονται μα στα κρυφά πονούνε
Κόντρα θα πάω στο βοριά Που η μοίρα έστειλέ μου
Δεν τον τρομάζει τον αετό Η ταραχή τ'ανέμου
Μάλλον σε κάτι έφταιξα Δε σκέφτομαι άλλη αιτία
Και συλλογιέμαι με το νου Αν έκαμα αμαρτία
Πες μου ίντα'χεις μερακλή Ιντα καϋμός σε δέρνει
Και ούτε τραγούδι, ούτε πιοτό Σε κέφι δε σε φέρνει
Κιανείς τον πόνο τ' αλλουνού δεν ημπορεί να νοιώσει
γιατί καθέναν η ζωή έχει κι αλλιώς πληγώσει
Εχεις καρδιά που δεν πονεί και δεν αλλάζεις γνώμη
ψυχομαχώ κι εσύ μου λες πως σε παιδεύω ακόμη
Με την καρδια μου την τρελή ήθελα ν'αγαπήσεις
να ιδείς αγάπη ίντα θα πει τον πόνο τζι να ζήσεις
Αφηκα πάλι την καρδιά το κέφι της να κάνει
χωρίς να ξέρει το κορμί ίντα καϋμούς θα βάλει
Σε κάθε χάραμα τσ'αυγής το όνειρο τελειώνει
η μέρα γίνεται φονιάς σκληρός και το σκοτώνει
Τση φύσης τα παράξενα θωρώ κι αναρωτούμαι
και το θολώνω το μυαλό και θέτω και κοιμούμαι
Δε με πειράζει η ζωή πως φεύγει μάνι-μάνι
μόνο με καίει πιο πολύ που πάει κι ίντα κάνει
Κανείς με δίχως βάσανα κανείς με δίχως πόνο
μ'άλλο να τα'χεις μια ζωή κι άλλο να τα'χεις χρόνο
Στην πάνω μπάντα τσι μηλιάς απόμεινε ένα μήλο
τίνος να πω τον πόνο μου απού δεν έχω φίλο
Ηθελα να'χα μια καρδιά να μη γνωρίζει πόνο
να μη γνωρίζει τί θα πει αγάπη εις τον κόσμο
Πόνα ψυχή μου μάτωσε κι απάνω μου κρατήσου
να' χεις εσύ την έγνοια μου κι εγώ την εδική σου.
Πονώ μα πόνο δε γροικώ γιατί πονώ για σένα
μα θέλεις πάντα να θωρείς τα μάτια μου κλαμμένα.
Πίνω και μέσα στο ποτό ψάχνω να βρω γαλήνη
μα ο πόνος της αγάπης σου ήσυχο δε μ'αφήνει
Δεν ξέρω τί έχω και πονώ Τί έχω και μαραζώνω
Και η καρδιά μου χαίρεται Μόνο σα σε σιμώνω
Τραγούδι κάνω τον καϋμό τον πόνο μου να σβήσω
γιατί το ξέρω δεν μπορώ ποτέ να σε κερδίσω
Μέσα στου πόνου τον μπαξέ χαρά ποτέ δε βγαίνει
κι αν βγεί την πνίγουν οι καημοί απού 'ναι φυτρωμένοι
Με στην καρδιά μου εμπήκενε κρυφά κι εκατοικούσε
και δεν εκάτεχα κι εγώ ιντά 'χε κι επονούσε
Θυμάσαι το που κάναμε αστεία να γελούμε
ε, αυτά τ'αστεία γίνανε πληγές και με πονούνε
Πέτρα σκληρή και άπονη ήθελα να σου μοιάζω
πόνο να μην αισθάνομαι όντε θ'αναστενάζω
Ο πόνος που μου έδωκες του χωρισμού το βράδυ
και σ'όνειρο να'ρχότανε θα μ'άφηνε σημάδι
Μόνο για σένα πόνεσε μικρή μου η καρδιά μου
και τώρα δε με σκέφτεσαι γλυκιά παρηγοριά μου
Παρέα με τον πόνο μου και όλο για σένα κλαίω
σε μια φωτογραφία σου τα βάσανά μου λέω
Αναστενάζω το πρωί πονώ το μεσημέρι
ότι κι αν έχει το κορμί μόνο η καρδιά το ξέρει
Αναστενάζουνε πολλοί μα όχι ωσάν εμένα
όταν αναστενάζω εγώ τρέχει η καρδιά μου αίμα.
Αναστενάζει ο καπνός, μαυρίζει μου τα ρούχα
δε μου τ'ασπρίζει το νερό σαν την αγάπη απού'χα
Ταξιδευτής η θύμηση και άρχισε το σεργιάνι
παλιές πληγές θελα κλειστούν που'χανε παγουδιάνει